Πήλιο, η γη των Κενταύρων

Οργιώδης βλάστηση, βαθιές χαράδρες, γαλαζοπράσινα νερά που σκάνε ατίθασα στις παραλίες που «βλέπουν» Αιγαίο και γαλήνια σε εκείνες του Παγασητικού. Το Πήλιο, άγριο και ταυτόχρονα φιλόξενο, είναι το μαγικό βουνό...

Οι αναμνήσεις μου από το Πήλιο πάνε πολύ πίσω στο χρόνο. Όταν ήμουν δέκα χρονών επί μια εβδομάδα αρνούμουν πεισματικά να μιλήσω στον μπαμπά μου, γιατί όταν πήγαμε οικογενειακώς στα Χάνια δεν μου αγόρασε έναν αληθινό Κένταυρο!!!
Μεγαλώνοντας, οι Κένταυροι, όπως και πολλά άλλα πλάσματα, βρήκαν στο μυαλό μου τη θέση που τους ανήκει, στους μύθους και τα παραμύθια. Δεν έχασαν όμως τη μαγεία τους. Το ίδιο συνέβη και με το Πήλιο. Άλλωστε οι θεοί του Ολύμπου δεν το επέλεξαν τυχαία για θερινή τους κατοικία και πάντα πίστευα ότι οι αρχαίοι -παρά τα ελαττώματα τους- είχαν άψογο γούστο!
Από τότε που κατάλαβα, λοιπόν, ότι οι Κένταυροι δεν υπάρχουν... πια, δυσκολεύομαι σε πολλά πράγματα. Για παράδειγμα, το να επιλέξω το «ορμητήριό» μου, ανάμεσα στα 24 χωριά του Πηλιίου, αποδείχθηκε εξαιρετικά χρονοβόρο. Τσαγκαράδα ή Αργαλαστή; Ζαγορά ή Μακρινίτσα; Πού κατέληξα; Στις Μηλιές

Η ΕΡΓΑΤΟΥΠΟΛΗ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣΒγαίνοντας στην Εθνική Αθηνών-Λαμίας με κατεύθυνση το Βόλο, θυμήθηκα ότι η διαδρομή δεν παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Μετά από τρεις ώρες, βρεθήκαμε (εγώ και ο φωτογράφος μας) στην πρωτεύουσα του Νομού Μαγνησίας. Δύσκολα αντιστέκεται κανείς στην πρόκληση των παραδοσιακών τσιπουράδικων της παραλίας.
Συμβουλή: Όταν αρχίσουν να έρχονται οι μεζέδες (στην πλειοψηφία τους θαλασσινά) που συνοδεύουν το κάθε 25αράκι (κατά κόσμον, καραφάκι!), μην αφήσετε την περιέργεια να υπερισχύσει της λογικής... Τι εννοεί ο ποιητής; Θέλοντας να διαπιστώσετε πότε θα πάψουν τα 25αράκια να συνοδεύονται από διαφορετικούς, κάθε φορά, μεζέδες, το πιθανότερο είναι να έχετε γίνει τύφλα! Οι Βολιώτες στο συγκεκριμένο θέμα έχουν ανεξάντλητη φαντασία. Εν μέρει, σε αυτό το γεγονός οφείλεται και η φήμη που έχουν τα τσιπουράδικα της περιοχής.
Εμείς, καθώς ήμασταν υποψιασμένοι για όλα τα παραπάνω, φάγαμε τα θαλασσινά μας, ήπιαμε με μέτρο τα τσιπουράκια μας και ξεκινήσαμε για τον τελικό προορισμό μας.
Αφήνοντας πίσω μας τα Καλά Νερά, οι ευθείες αντικαταστάθηκαν από απότομες στροφές και η βελόνα του κοντέρ έπεσε στα 40 χιλιόμετρα... και έμεινε εκεί... μέχρι τις Μηλιές. Ταυτόχρονα νιώσαμε να μας κυκλώνουν τα τεράστια κλαδιά από τις καστανιές, οξιές και φλαμουριές. Εκεί κάπου θεωρήσαμε ότι μας έπεσε βαριά η μεγάλη δόση οξυγόνου!
ΜΗΛΙΕΣΚαι αφού την γλιτώσαμε από τη γερή δόση οξυγόνου που προκάλεσε ένα μικρό σοκ στον... παρθένο σε τέτοιου είδους συγκινήσεις οργανισμό μας, φτάνοντας στο χωριό, μας κόπηκε η ανάσα από τη θέα που αντικρίσαμε: στα πόδια μας απλώνονταν τεράστιες καταπράσινες χαράδρες και στον ορίζοντα αναπαυόταν, γαλήνιος, ο Παγασητικός.
Με συνοπτικές διαδικασίες αφήσαμε τα μπαγκάζια στο ξενοδοχείο και ξεκινήσαμε την περιπλάνησή μας στις Μηλιές. Διατηρώντας την παράδοση, στο κέντρο του χωριού βρισκόταν η πλατεία. Πάνω και γύρω της στριμώχνονταν τα τσιπουράδικα και οι ταβέρνες. Το βλέμμα μου τράβηξε η επιγραφή του επιβλητικού κτηρίου απέναντί μου: ΨΥΧΗΣ ΑΚΟΣ. Πρόκειται για την ιστορική δημόσια βιβλιοθήκη των Μηλέων, όπου φυλάσσονται σπάνια χειρόγραφα και βιβλία ανεκτίμητης αξίας.

Οι Μηλιές υπήρξαν σημαντικό κέντρο του πνεύματος και των γραμμάτων. Έτσι μάλλον εξηγείται το γεγονός ότι πολλοί γνωστοί συγγραφείς, ηθοποιοί, σκηνοθέτες και τραγουδιστές έχουν επιλέξει το συγκεκριμένο χωριό για να αποκτήσουν εξοχική κατοικία. Η απόφασή μου να έχω ως έδρα μου τις Μηλιές ελήφθη χωρίς να γνωρίζω ότι... κινδυνεύω να συναντηθώ στα στενά καλντερίμια τους με την Ξένια Καλογεροπούλου, την Τάνια Τσανακλίδου ή τον Αντώνη Ρέμο! Την επιλογή να μείνω εκεί υπαγόρευσε η επαναστατική πλευρά του εαυτού μου, που λάτρεψε την ιδέα, να βρεθεί στον τόπο όπου ο Άνθιμος Γαζής κήρυξε την επανάσταση του Πηλίου το 1821.
Στις 4 το απόγευμα επιβιβάστηκα στο πρώτο από τα τέσσερα βαγόνια του θρυλικού «Μουντζούρη». Το τρενάκι αντικατέστησε το κάρβουνο με μηχανή ντίζελ και από το 1996, κάθε Σάββατο και Κυριακή, ανηφορίζει από τα Λεχώνια μέχρι τις Μηλιές (και αντίστροφα), διασχίζοντας 15 χιλιόμετρα μέσα στο καταπράσινο βουνό (τηλ. 24210 28555). Μιάμιση ώρα αργότερα έφτασα στα Κάτω Λεχώνια και οδικώς επέστρεψα στις Μηλιές.

Η ΚΥΡΙΑ ΕΠΙ ΤΗΣ ΥΠΟΔΟΧΗΣΟ πιο εύκολος τρόπος για να φτάσεις από τις Μηλιές στην Πορταριά είναι μέσω Βόλου. Εμείς επιλέξαμε τον δύσκολο: μέσω Τσαγκαράδας. Για τις 2 ώρες περιπλάνησης στους ελικοειδείς, στενούς δρόμους, μας αποζημίωνε η εναλλαγή ανάμεσα στις παραλίες του Αιγαίου και του Παγασητικού και τις καταπράσινες βουνοπλαγιές.
Φτάνοντας στα Χάνια, πήραμε το δρόμο για το χιονοδρομικό κέντρο Αγριόλευκες και ακολούθως για την Πορταριά.
Μπαίνοντας στο χωριό, τα παλιά αρχοντικά, που πλέον φιγουράρουν ως ξενώνες ή ξενοδοχεία ήταν πράγματι εντυπωσιακά. Όσο για το «ΜΕΓΑ ΘΕΟΞΕΝΙΑ», το πάλαι ποτέ πολυτελέστερο -προπολεμικά- ξενοδοχείο των Βαλκανίων, για το οποίο είχα ακούσει τόσα; Το κτίσμα έχει αναστηλωθεί και, όταν οι εργασίες αποκατάστασης ολοκληρωθούν, αναμένεται να αποκτήσει την παλιά του αίγλη. Αφού το προσπεράσαμε, περιπλανηθήκαμε για αρκετή ώρα στα στενά σοκάκια του χωριού. Στον κεντρικό δρόμο το ενδιαφέρον μας τράβηξαν τα μικρά μαγαζιά με τα τοπικά γλυκά κουταλιού (σε κάθε περίπτωση αγοράστε μέλι κωνοφόρων). Αποφασίσαμε ότι ήταν ώρα για ένα τσιπουράκι. Στην Πορταριά οι ταβέρνες είναι κάτι σαν μανιτάρια: ξεφυτρώνουν παντού! Εξάλλου η «κυρία επί της υποδοχής» του Πηλίου, όπως αποκαλείται το χωριό, αφού είναι το πρώτο που συναντάς ανηφορίζοντας από τον Βόλο, διαθέτει τα πάντα: cafés, μπαράκια και clubs.

ΤΟ ΜΠΑΛΚΟΝΙ ΤΟΥ ΠΗΛΙΟΥΗ Πορταριά απέχει μόλις δύο χιλιόμετρα από τη Μακρινίτσα. Σίγουρα θα ήταν ένας ωραίος περίπατος. Δεν πέσαμε έξω... Μπαίνοντας στο χωριό σκάσαμε χαμόγελα, βλέποντας την απαγορευτική πινακίδα για οχήματα.
Η Μακρινίτσα επέβαλε το σεβασμό που όλοι οφείλουμε στο παραδοσιακό. Κατευθυνθήκαμε στο περίπτερο με τα βότανα (τα θεραπευτικά βότανα αφθονούν στο ιαματικό, όπως το χαρακτήριζαν οι αρχαίοι ημών πρόγονοι, βουνό). Η συμπαθητική κυρία που είχε το γενικό πρόσταγμα ανέλαβε να με πληροφορήσει για τις ιδιότητες των δεκάδων βοτάνων που έβλεπα συσκευασμένα.
Προχώρησα στα καλντερίμια, χαζεύοντας στα μαγαζάκια με τα διάφορα μπιχλιμπίδια. Χωρίς άλλα απρόοπτα προχώρησα στην κεντρική πλατεία, αυτή με τον μεγάλο πλάτανο. Και ενώ θαύμαζα την τοιχογραφία του Θεόφιλου στο ομώνυμο καφενεδάκι -να το επισκεφθείτε οπωσδήποτε- λίγο έλειψε να χάσω τον φωτογράφο μας για δεύτερη φορά! Εκεί λοιπόν που το photo-boy έψαχνε το σωστό κάδρο για φωτογραφία ένιωσε το πρώτο χτύπημα. Πριν συνέλθει από το σοκ ήρθε και το δεύτερο. Βλέπετε τα μουλάρια (στη Μακρινίτσα μόνο στα συμπαθητικά αυτά τετράποδα επιτρέπεται η κυκλοφορία) δεν γνωρίζουν από... τέχνη! Και παρεμπιπτόντως, αν βαρεθήκατε τη ζωή στην πόλη, σας πληροφορώ ότι οι μουλαράδες στην Μακρινίτσα χρεώνουν 3 ευρώ τη διαδρομή για κάθε ζώο. Συνήθως κάνουν πάνω από 10 την ημέρα και έχουν τουλάχιστον 5 ζώα. Κάντε τους λογαριασμούς σας και αποφασίστε!
INFO: Βενζινάδικα και τράπεζες δεν υπάρχουν σε όλα τα χωριά και τα περίπτερα συνήθως κλείνουν στις 10 το βράδυ.
travelstyle.gr