Ο πολιτισμός των ΙΝΚΑΣ.

Οι Ίνκας ήταν πολιτισμός και αυτοκρατορία της Νότιας Αμερικής
  Οι  Ινκας είχαν ένα πολιτισμό ανώτερο κι από αυτόν των Αζτέκων.Σ’όλη τη χώρα υπήρχαν θαυμάσιοι δρόμοι,κανάλια,υδραγωγεία,γέφυρες κρεμαστές και σήραγγες μέσα στα βουνά.Τα χωράφια των Ίνκας έδιναν πλούσια συγκομιδή,γιατί τους έριχναν λίπασμα,το γουάνο,περιττώματα δηλαδή θαλασσοπουλιών.Η λίπανση των χωραφιών ήταν πράγμα άγνωστο εκείνη την εποχή για την Ευρώπη.
Μια τάξη αριστοκρατική κυβερνούσε  την χώρα,με επικεφαλής της τον αυτοκράτορα,που εθεωρήτο και λατρευόταν ως θεός .Στο παλάτι του όλα ήταν φτιαγμένα απο χρυσάφι ήασήμι θαυμάσια δουλεμένα και στους απέραντους κήπους  του υπήρχαν δέντρα και φυτά κάθε είδους φτιαγμένα απο μέταλλα ακριβά και απο πολύτιμα πετράδια.Η κατάκτηση εκείνης της απέραντης  χώρας ήταν πολύ δύσκολη,αν όχι αδύνατη.Η φύση της είχε οχυρώσει με τα πανύψηλα οροπέδια  των Άνδεων και τις Κορδιλιέρες,την ανατολική και τη δυτική.Τα σημαντικότερα ευρήματα βρίσκονται στους αρχαιολογικούς τόπους Κούσκο, Μάτσου Πίτσου, καθώς και στη λίμνη Τιτικάκα. 

 Η αυτοκρατορία των Ίνκα αρχίζει περίπου από το 1200 π.Χ. και φτάνει μέχρι τον 15ο αιώνα, όταν καταλύεται από τον Ισπανό κατακτητή Φρανσίσκο Πιζάρο. Η απέραντη αυτοκρατορία των Ίνκας απλωνόταν εκείνη την εποχή σε μήκος 3.500 χιλιομέτρων από το βορρά προς το νότο και περιλάμβανε τις σημερινές δημοκρατίες του Ισημερινού,του Περού,της Βολιβίας και τη νότια Χιλή. Η λάμψη του πολιτισμού τους έφθανε ως τις μακρινές παραλίες του Ατλαντικού στη Βραζιλία, με τη μορφή χάλκινων εργαλείων ή χρυσών και ασημένιων κοσμημάτων, που μεταφέρονταν από φυλή σε φυλή μέσα στο δάσος του Αμαζονίου. 

Η Quechua ήταν η επίσημη γλώσσα  αλλά υπήρχαν τουλάχιστον είκοσι τοπικές διάλεκτοι στα περισσότερα μέρη της αυτοκρατορίας. Σ’όλη τη χώρα υπήρχαν θαυμάσιοι δρόμοι,κανάλια,υδραγωγεία,γέφυρες κρεμαστές και σήραγγες μέσα στα βουνά.Οι Ίνκας κατασκεύασαν ένα οδικό δικτυο από την Κολομβία μέχρι την Αργεντινή, που καλύπτει περίπου 15.000 χιλιόμετρα και μπορεί κάλλιστα να συγκριθεί με το αντίστοιχο ρωμαϊκό έργο και υπήρχε σε όλη την χώρα  ένα αποτελεσματικό δίκτυο υποδομής επικοινωνιών και ανεφοδιασμού. Εξάλλου το θαυμάσιο οδικό δίκτυο αυτό, ήταν και  εκείνο που διευκόλυνε τους επιδρομείς Ισπανούς ως επίσης οι τεράστιες αποθήκες τροφίμων που διατηρούσαν οι Ίνκας σε πάμπολλα μέρη της αυτοκρατορίας τους.Σε σύγκριση  με τους σπουδαίους πολιτισμούς της Κεντρικής Αμερικής ( Αζτέκους , Μάγια) , η τεχνολογική  εξέλιξη  ήταν  μεγαλύτερη .
 Η  υφαντουργία  είχε  εμφανιστεί  από  πολύ  παλιά  και η μεταλλουργία ήδη  από την 1η μ.Χ  χιλιετία (αρχικά ο χρυσός και ο χαλκός και γύρω στο 700-1000 ο ορείχαλκος).
Τα υφάσματα που ύφαιναν οι γυναίκες των ιθαγενών ήταν τόσο λεπτά και τόσο θαυμάσια , ώστε οι Ισπανίδες όταν τα πρωτοείδαν καταγοητεύτικαν.Γενικά οι λαοί των ΄Ανδεων φαίνεται ότι είχαν πολύ  πρακτικό πνεύμα ,γι’αυτό ίσως και τα περισσότερα δείγματα της τέχνης τους που σώζονται είναι αντικείμενα συνδεδεμένα με κάποια πρακτική χρήση(κεραμικά σκεύη,υφάσματα,κτλ). 
Η θρησκεία του κράτους ήταν βασισμένη στην λατρεία του Ήλιου και οι  αυτοκράτορες Ίνκας θεωρούνταν άμεσοι απόγονοι του  και λατρεύονταν σαν θεότητες. Ο χρυσός ,σύμβολο του Ήλιου,ήταν εξαιρετικά εκμεταλλεύσιμος  από τους ηγέτες και τα μέλη της αφρόκρεμας, όχι τόσο σαν αντάλλαγμα αλλά κυρίως για εθιμοτυπικούς και διακοσμητικούς σκοπούς. Η θρησκεία κυριαρχούσε σε όλη την πολιτική δομή.Οι θρησκευτικές πρακτικές αφορούσαν χρησμούς, θυσίες(και  ανθρωποθυσίες) ως προσφορά, θρησκευτικούς φόβους και δημόσιες εξομολογήσεις. 

Οι Ίνκας  εκτός τον θεό Ήλιο , λάτρευαν  τον Βιρακότσα ο οποίος θεωρήθηκε υπέρτατος Δημιουργός Θεός και ήταν συνδεδεμένος με το ύδωρ και γονιμότητα. Ακόμα λάτρευαν την Πάτσα Μάμα που ήταν ένα είδος Μάνας-Γης(αντίστοιχη με την δική μας Δήμητρα) με ανθρώπινα γυναικεία χαρακτηριστικά. 

Πίστευαν στην μεταθανάτιο ζωή και έτσι  οι ιεροτελεστίες που ήταν συνδεδεμένες με την λατρεία του νεκρού ήταν πολύ σημαντικές. Οι Ίνκας ήξεραν να συντηρούν τους νεκρούς τους μ’ ένα τρόπο παρόμοιο με αυτό των αρχαίων Αιγυπτίων και να «ζωγραφίζουν» ακατάληπτα σχήματα στο έδαφος.Η αρχαιολογική σκαπάνη έχει φέρει στο φως χιλιάδες μούμιες που η ηλικία τους ξεπερνάει τους 5 αιώνες. 

Οι  μούμιες των Ίνκας αποτελούνται από τουλάχιστον τρεις βασικούς τύπους:
(1) τις μούμιες των ηγεμόνων. Οι περισσότεροι κρατήθηκαν στο Κούσκο, αν και τουλάχιστον οι μούμιες των τριών βασιλιάδων εστάλησαν στην Λίμα.
(2) τις μούμιες παιδιών που θυσιάζονταν, τα οποία έχουν βρεθεί στις κορυφές των βουνών στο Περού, τη Χιλή και την Αργεντινή. Τα παιδιά αυτά έγιναν φυσικές μούμιες, λόγω των υπερβολικά χαμηλών θερμοκρασιών  . Η «Χουανίτα, η κόρη των πάγων», η σωρός ενός κοριτσιού που είχε διατηρηθεί σε ένα παγωμένο βουνό, είναι η πιο διάσημη μούμια.
(3) Μια άλλη σχετική ομάδα  από μούμιες των Ίνκας είναι οι Chachapoya, γνωστές μερικές φορές ως τις μούμιες του «λαού Cloud». Αυτά προέρχονται από το βόρειο Περού.



ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
 ΑΓΓΕΙΑ-ΜΕΤΑΛΛΟΤΕΧΝΕΙΑ

Λόγω της έλλειψης οποιασδήποτε γραπτής πηγής προϊστορία της περιοχής μπορεί  να ιχνηλατηθεί μόνο από τα κάθε είδους αντικείμενα καθημερινής χρήσης,που αποκαλύπτουν την ύπαρξη διαδοχικών πολιτισμών.Η παλαιότερη γνωστή τεχνοτροπία είναι εκείνη του Τσαβίν  .Γύρω στο 400π.Χ. μια νέα τεχνοτροπία ,γνωστή με την επωνυμία Μοτσίκα,εμφανίζεται στης κοιλάδες των ποταμών Μότσε και Τσίκανα,για να επεκταθεί με τον καιρό και νοτιότερα.
 Τα χαρακτηριστικότερα έργα τέχνης αυτής της περιόδου είναι μια σειρά από καλοφτιαγμένα αγγεία,με στόμιο σε σχήμα αναβολέα.Απ’αυτά άλλα είναι σφαιρικά και άλλα διακοσμούνται με ζωηρές παραστάσεις (συχνά ερωτικές),ενώ άλλα έχουν το σχήμα ανθρώπινου κεφαλιού ,ζώου ή κτίσματος.Τα αγγεία-ανθρώπινα κεφάλια,που προφανώς συνόδευαν τους νεκρούς στους τάφους τους,διακρίνονται για τα έντονα χαρακτηριστικά τους και το ρεαλισμό τους σε ορισμένα είναι φανερή μια έκφραση περιφρόνησης ή υπεροψίας,ενώ άλλα διακρίνονται για το αινιγματικό τους χαμόγελο
ή το ανεπαίσθητο παιχνίδιασμα των ματιών τους.Γύρω στο 7ο μ.Χ. αιώνα,κυριάρχησε ένα είδος αγγείων με εντελώς διαφορετικές ζωγραφικές παραστάσεις (αφηρημένα σχέδια,ή έντονα τυποποιημένες φυσικές φόρμες),που πήρε την ονομασία του από το Τιαχουανάκο,στις Βολιβιανές Άνδεις,όπου ολοένα και καινούργια πέτρινα κτίσματα πλαισιώναν ένα αρχαίο τελετουργικό κέντρο.Μια θεότητα που κρατάει δύο μεγάλες ράβδους δεσπόζει όχι μόνο στη μονολιθική πύλη του Τιαχουανάκο,αλλά και στα αγγεία, τα υφάσματα , και τα έργα τέχνης από φτερό της εποχής.
 Η ευρύτατη διάδοση αυτής της νέας τεχνοτροπίας φαίνεται πως ευνοήθηκε από την εξάπλωση μιας θρησκείας που οι οπαδοί της αντιμετώπιζαν με ιδιαίτερη δυσπιστία την ελευθερία και την ποικιλία της περιόδου Μοτσίκα.. Τόσο στα υφάσματα όσο και στα χρηστικά κυρίως αγγεία των Ίνκας κυριαρχούν τα γεωμετρικά μορφότυπα.Φυσικές φόρμες και φυσικά μοτίβα εμφανίζονται μόνο σε μικρής κλίμακας έργα από χρυσό και άργυρο που πρωτοεμφανίστηκαν στις βόρειες Άνδεις,τελειοποιήθηκαν στο βασίλειο Τσιμού, κι από εκεί διαδόθηκαν στο Κούζκο.
Το λάμα,που αποτελούσε και το μόνο υποζύγιο των Ίνκας,και το αλπακά,που τους προμήθευε το μαλλί για τα ρούχα τους,φαίνεται πως συγκαταλέγοταν στα πιο συνηθισμένα και αγαπητά θέματα της μεταλλοτεχνίας. Ο χρυσός ήταν το πρώτο μέταλλο που επεξεργάστηκαν και εκτίμησαν και αυτό γιατί ήταν σχετικά εύκολο να εξευρεθεί σε ακέραια και καθαρή κατάσταση,υπό μορφή σβώλων στην κοίτη των ποταμών.Άλλα μέταλλα που μπορούσαν να επεξεργαστούν ήταν άργυρος και ο χαλκός. Κατασκευαστήκαν αγαλματίδια από καθαρό χρυσό και άργυρο με την μέθοδο των διμερών εκμαγειών.
ΜΑΤΣΟΥ ΠΙΤΣΟΥ



Η αρχαία πόλη Μάτσου Πίτσου είναι το αντιπροσωπευτικότερο δείγμα του πολιτισμού των Ίνκας. Το Μάτσου Πίτσου κηρύχθηκε ως Περιοχή Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς το 1983. Είναι επίσης ένα από τα Νέα Επτά Θαύματα του Κόσμου . Το Μάτσου Πίτσου σημαίνει «αρχαίο βουνό». Βρίσκεται σε υψόμετρο 2700 μέτρων στη Σιέρα Βιλκαμπάμπα, στην αριστερή όχθη του παραπόταμου του Βιλκανότα, Ουρουμπάμπα..Η αρχιτεκτονική της Μάτσου Πίτσου εμφανίζεται   ενοποιημένη με το φυσικό περιβάλλον σύμφωνα με τις συνήθειες των Ίνκα..Η κατοικημένη περιοχή στην ανατολική πλευρά της μεγάλης κύριας πλατείας περιλάμβανε μονοπάτια,σκάλες και μικρές πλατείες και ένα αποδοτικό σύστημα παροχής νερού,οι κατασκευές είναι μονόροφα ορθογώνια κτίρια με περίκλειστους τοίχους.. 
Τα κτίσματα των Ίνκας ήταν μάλλον τυποποιημένα κυκλικά ή ορθογώνια, με ομοιόμορφα  τραπεζοειδή παράθυρα και πόρτες και χωρίς άλλα διακοσμημένα στοιχεία.Tόσο οι Ισπανοί κατακτητές όσο και οι σύγχρονοι επιστήμονες έμειναν έκπληκτοι από την πολυπλοκότητα και την ακρίβεια των τεχνικών που χρησιμοποιήθηκαν από τους Ίνκας στη λιθοδομία και στην απολύτως κάθετη διάσταση των κτιρίων.Μια απο τις μεγάλες επιδεξιότητες των Ίνκα ήταν να συνενώνουν τέλεια σε ενιαίο σύνολο τοίχους και κατασκευές στο τοπίο των Άνδεων,χρησιμοποιώντας συχνά τεχνητές αναβαθμίδες,όπως μπορεί κανείς σήμερα να παρατηρήσει στη Μάτσου Πίτσου.Οι στέγες ήταν από ξύλινο πλαίσιο που καλύπτονταν από άχυρα με απλό ή διπλό σκέπαστρο.Το πλαίσιο της οροφής ήταν προσαρμοσμένο στους τοίχους με προεξοχές από λίθο. Αξιόλογη όσο και μυστηριώδης είναι και η επεξεργασία που έκαναν στις πέτρες και ειδικά στις μονολιθικές, που έχουν υποστεί μια τέλεια λείανση, που θα απαιτούσε εργαλεία προηγμένης τεχνολογίας, που όμως δεν έχουν βρεθεί ακόμη.

 Τα εργαλεία που αποδεδειγμένα χρησιμοποιούσαν είναι το πέτρινο σφυρί, το χάλκινο ψαλίδι, το χάλκινο τσεκούρι και μια τσιμπίδα από φτερά.Ο γρανίτης που χρησιμοποιήθηκε ήταν πιθανό στυλβωμένα με τη χρήση άμμου.Τα υπέροχα κτίρια ναοί,οικίες,μνημεία της Μάτσου Πίτσου περιβάλλονται από γκρεμούς και τοίχους που παρείχαν ασφάλεια. Η πραγματικότητα είναι ότι το Μάτσου Πίτσου χτίστηκε το 1460 και χρησίμευε ως αστρονομικό παρατηρητήριο με αρχείο χρονολόγησης, λατρευτικό κέντρο και ως θερινά ανάκτορα των βασιλέων. Στο Μάτσου Πίτσου προσδιορίζονται δυο οικοδομικές φάσεις, η πρώτη του 1460 επί της βασιλείας του Ίνκα Πατσακούτι  και η δεύτερη του 1530, του Μάνκο Ίνκα.

 Έχουν μετρηθεί στη πόλη 200 κτίσματα που χωρίζονται μεταξύ τους με τοίχους, ανοιχτούς χώρους σαν πλατείες και μονοπάτια. Η πόλη χωρίζεται σε δυο τομείς που τους χωρίζει μια μεγάλη πλατεία. Οι δυο τομείς είναι ο Αστικός τομέας και ο Αγροτικός τομέας. Ο Αστικός τομέας βρίσκεται στο βόρειο τμήμα της πόλης και περιλαμβάνει όλα τα τελετουργικά και διοικητικά κτίρια της πόλης μαζί με τα οικήματα, καθώς και τέσσερις πλατείες.  

 Τα κυριότερα μνημεία είναι


Ναός του Ήλιου
     ήταν ένα θρησκευτικό συγκρότημα κτισμάτων με σκοπό τη διενέργεια ιεροτελεστιών και αστρονομικών μετρήσεων.
     
     
Η ιερή πλατεία
     
      με τρία μεγάλα κτίρια που τους έχουν δοθεί τα ονόματα Τέμπλο δε λας Τρες Βεντάνας, Κυρίως Ναός και Ναός του Ιερέα. Και τα τρία κτίσματα έχουν κτιστεί με τεράστιους τετράγωνους λίθους λευκού γρανίτη, οι οποίοι είναι απόλυτα ευθυγραμμισμένοι και δίχως κενά μεταξύ τους.

       
     
Η Ιντιουατάνα
 
      που σημαίνει «εκεί που ενώνει ο ήλιος», είναι ένας τεράστιος γρανιτένιος λίθος που χρησιμοποιούνταν για αστρονομικές παρατηρήσεις.
     
Το συγκρότημα του Κόνδορα
 
 ή αλλιώς Συγκρότημα των Φυλακών όπου ανακαλύφθηκαν πολλά κτίσματα με υγρά υπόγεια και κόκαλα ζώων.
Πιθανότατα εκεί φυλάσσονταν τα ιερά ζώα προς θυσία. Τα ονόματα του συγκροτήματος επινοήθηκαν από τον λαξευμένο κόνδορα που υπάρχει πάνω σε έναν μονόλιθο και από τα υγρά υπόγεια που προαναφέρθηκαν.
Ο Αγροτικός τομέας χωρίζεται από τον Αστικό με μια μεγάλη πλατεία και μια αποξηραμένη τάφρο ενώ βρίσκεται στο νότιο τμήμα της πόλης. Εκεί βρίσκονται όλοι οι αποθηκευτικοί και λειτουργικοί χώροι της πόλης. Στο ακραίο νότιο τμήμα του τομέα εντοπίζονται πολλές κατοικίες ενώ στο ψηλότερο μέρος του τομέα διακρίνεται η Άνω νεκρόπολη, όπου εντοπίστηκαν πολυάριθμοι τάφοι με 135 λείψανα γυναικόπαιδων, πράγμα το οποίο δημιούργησε ερωτηματικά στους ερευνητές και αρχαιολόγους της πόλης. Γύρω από τα οικήματα βρίσκονται αποθήκες και μεγάλοι περίβολοι οι οποίοι αποτελούν δείγμα τις περουβιανής αγροτικής καθημερινής ζωής.


 ΚΟΥΖΚΟ
Το Κούζκο , εντυπωσιάζει με την αρχιτεκτονική και την διάταξη των κτίριων του.Αρχικά,μικρό αγροτικό χωριό ευρισκόμενο στα 3.100 μέτρα πάνω από το επίπεδο της θάλασσας,σε μια ελαφρά κοιλότητα που περιβαλλόταν από υψηλές κορυφές,αναπτύχθηκε ταχύτατα σε πρωτεύουσα της Αυτοκρατορίας και έγινε το τελετουργικό,πολιτικό και διοικητικό κέντρο της. Είναι η πόλη όπου άκμασε και καταλύθηκε ο πολιτισμός των Ίνκα, αναγνωρισμένη από το 1983 από την Unesco ως μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς. Πολλοί πιστεύουν ότι η πόλη είχε σχεδιαστεί ως ένα ομοίωμα σε σχήμα ενός puma, ένα ιερό ζώο . Η πόλη είχε δύο τομείς: Urin και Ηanan . Το καθένα  διαιρείται περαιτέρω ώστε να περιλαμβάνει δύο από τις τέσσερις επαρχίες, Chinchasuyu (ΒΔ), Antisuyu (ΒΑ), Qontisuyu (ΝΔ) και Qullasuyu (ΝΑ). Ένας δρόμος που οδηγούσε από κάθε ένα από αυτά τα διαμερίσματα στο αντίστοιχο γεωγρ. διαμέρισμα της αυτοκρατορίας. Κάθε τοπικός ηγέτης ήταν υποχρεωμένος να χτίσει ένα σπίτι στην πόλη και να ζήσει ένα μέρος του έτους στο Κούζκο, αλλά μόνο κατά το τρίμηνο που αντιστοιχούσε στο διαμερισμα της αυτοκρατορίας στην οποία είχε έδαφος. Σύμφωνα με τον  μύθο, η πόλη χτίστηκε από τον Sapa Inca Pachacuti, που μετέτρεψε το Βασίλειο του Κούσκο από μια κοιμώμενη πόλη-κράτος στην αχανή αυτοκρατορία του Tahuantinsuyu. Εκεί βρίσκεται ο σημαντικότερος Ναός των Ίνκας, το Κορικάντσα , που ήταν τόπος λατρείας του Ήλιου και των σωμάτων του Ουρανού 
..Η Coricancha (σημαίνει «Χρυσός περίβολος» προερχόμενη από τις λέξεις Quri Kancha ), αρχικά ονομάστηκε Ίντι Kancha («Ναός του Ήλιου»). Ο Ναός ήταν εσωτερικά επενδυμένος με ατόφιο χρυσάφι και γεμάτος από χρυσά αφιερώματα και πολύτιμους λίθους όπως και η αυλή ήταν γεμάτη με χρυσά αγάλματα. Σε λίγο μεγαλύτερο υψόμετρο, στα 3.560 μέτρα βρίσκεται το μεγαλιθικό μνημείο-φρούριο του Σαξαχουαμάν, με το τριπλό κυκλώπειο τείχος, που ήταν ο τόπος λατρείας του Θεού Ήλιου και του Κεραυνού(καταπληκτική και τεράστια πέτρινη κατασκευή, αυτό το μέρος έχει μια μεγάλη κοσμική ενέργεια:  οι άνθρωποι πιστεύουν ότι ήταν ένα αστρονομικό παρατηρητήριο) και ένα  μαντείο. Στον λαβύρινθο – Κέσκο  είναι ο Ναός της μάνας Γης και του Πούμα, φτιαγμένο πάνω σε ένα βράχο, και το κόκκινο οχυρό Πούκα Πουκόρα, ένα από τα σημεία οχύρωσης περιφερειακά του Κούσκο ως επίσης και  το Ταμποματσάϊ, ένα μεγαλιθικό μνημείο με τις τρεις ιερές πηγές των Ίνκα 


ΠΙΣΑΚ ,ΤΟ ΦΡΟΥΡΙΟ ΤΗΣ ΙΝΤΙΧΟΥΑΤΑΝΑ

Η Πισακ είναι άλλη μια τοποθεσία που καταπλήσσει τόσο για το μεγαλείο της όσο και για την επιδεξιότητα και την υπεροχή των τεχνικών της λιθοδομίας που χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή της. Ήταν κτισμένη ψηλά πάνω από τον ποταμό Βιλκανότα και τα ερείπια της θεωρούνται από τα πιο όμορφα δείγματα αρχιτεκτονικής των Ίνκα. Βρίσκεται σε μια βραχώδη κορυφή σε ύψος 3.270 μέτρων πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας,περίπου 5 χιλιόμετρα από την σύγχρονη αγορά της πόλης Πισάκ..Ένα απο τα χαρακτηριστικά της είναι μια σειρά απο αντένες,τεχνητές αναβαθμίδες που δημιουργήθηκαν κατά μήκος της πλευράς του βουνού τα οποία κάποτε στηρίζονταν με πέτρινους τοίχους.Τόσο στη Μάτσου Πίτσου όσο και στο Ολανταιτάμπο,οι αντένες δημιουργήθηκαν για γεωργική χρήση. Στην "πόλη " ή τελετουργικό κέντρο έχουν βρεθεί τα ερείπια πολλών ομάδων κτιριών,αλλά όπως και αλλού,η ακριβής λειτουργία τους παραμένει μυστήριο.Ξανά,όπως στο Ολανταϊντάμπο και ακόμη στη Σακσαχουαμάν,οι στρατιωτικές και θρησκευτικές πλευρές της αρχιτεκτονικής παραμένουν στενά συνδεδεμένες και συχνά δυσδιάκριτες.Κάτα τη δεκαετία του 1970 Περουβιανοί αρχαιολόγοι εξέτασαν ένα από τα εντυπωσιακά ερείπια της Πισάκ-την περιοχή που είναι γνωστή σαν Ιντιχουατάνα,μια λέξη που σημαίνει "ο σιδερένιος στύλος του ήλιου". Η περιοχή έχει ένα μάλλον αυστηρό περίγραμμα,τυπικό του σχεδιασμού πόλεων των Ίνκα και περιλαμβάνει ανάκτορα,ναούς,καταστήματα,οχυρώσεις,παρατητήρια,δρόμους,διόδους,σήραγγες και πεζόδρομους

 ΤΑΜΠΟ ΚΟΛΟΡΑΝΤΟ:ΕΝΑ ΦΥΛΑΚΙΟ ΤΩΝ ΙΝΚΑ
                                                                
Από τα σπουδαιότερα παράκτια κέντρα των Ίνκα,το Τάμπο Κολοράντο ιδρύθηκε περί το 1450 στην κοιλάδα Πίσκο σαν διοικητικό κέντρο εφοδιασμού και προμηθειών,αν και μερικοί επιστήμονες πιστεύουν ότι η προέλευση του χρονολογείται πριν από το τελευταίο Στάδιο του.Τα κέντρα που κτίστηκαν απο τους Ίνκας στις παράκτιες περιοχές περιλαμβάνουν τόσο λιθόκτιστα κτίρια στον ρυθμό της Κούζκο όσο και άλλα που κτίστηκαν με χρήση τοπικών παραδόσεων και υλικών,όπως η τάπια και το αντόμπε.Ενσωμάτωσαν επίσης τα τυπικά στοιχεία των Ίνκα που ήταν τραπεζοειδείς θύρες και κόγχες στα παράθυρα. Το Τάμπο Κολοράντο είναι  ένα απο τα καλύτερα διατηρημένα παράκτια κέντρα και αποτελεί σαφές δείγμα του πολεοδομικού σχεδιασμού των Ίνκα σε συνδυασμό με τοπικές αρχιτεκτονικές και κτιριακές τεχνικές.

Το περίγραμμα της πόλης εδράζεται στα κάντσα (περίκλειστα και ανεξάρτητα καταλύματα).Κατοικίες και αποθηκευτικοί χώροι ήταν διευθετημένη γύρω απο ένα τεράστιο τραπεζοειδές τετράγωνο.Ο δρόμος των Ίνκα περνούσε κατά μήκος της δεξιάς άκρης αυτού του τετραγώνου.Μερικά καταλύματα τα χρησιμοποιούσαν σαν κατοικίες οι υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι που εκτελούσαν διοικητικές υπηρεσίες.Άλλες περιοχές  χρησιμοποιούσαν σαν εργαστήρια όπου επεξεργάζονταν τις πρώτες  ύλες για να κατασκεύασουν αντικείμενα τα οποία στη συνέχεια έστελναν στην αυλή της Κούζκο.Οι τοίχοι των κτιρίων συγκρατούν ακόμη ίχνη του αρχικού ερυθρού,κίτρινου και λευκού χρώματος τους.Μια χαμηλή εξέδρα κοντά στη δυτική γωνία του τετραγώνου ήταν πιθανό ούσνου,ή ιερός βωμός. Η παρουσία μεγάλων τοίχων στο Τάμπο Κολοράντο έχει οδηγήσει εσφαλμένως στην αντίληψη ότι η τοποθεσία προοριζόταν για φρούριο.Αλλά το Τάμπο Κολοράντο όπως είναι ομάδα περιφερειακών τοποθεσιών που δημιουργήθηκαν από τους κυβερνήτες των Ίνκα για αποκέντρωση της διοικητικής εξουσίας μετά την ταχεία επέκταση της Αυτοκρατορίας. 

Υπολογίζεται ότι κάποια στιγμή η αυτοκρατορία των Ίνκας  έφτασε και στον αριθμό των 12 εκατομμυρίων κατοίκων που ήταν διασκορπισμένοι σε μια αχανή έκταση. Για να υπάρξει σωστή διακυβέρνηση ενός τόσο μεγάλου πληθυσμού είναι σαφές ότι έπρεπε να υπάρχει ένα σύστημα "γραφειοκρατικού" ελέγχου όχι με την σημερινή έννοια του όρου αλλά με την μορφή της καταγραφής των εξουσιών. Το εργαλείο που χρησιμοποιούσαν για την μεταφορά των πληροφοριών πέρα από τον προφορικό λόγο ήταν τα Quipu.

 Τα Quipu ήταν ένα είδος διακοσμητικού υφαντού φτιαγμένο από χρωματιστά νήματα. Το μεγαλύτερο μέρος των quipu καταστράφηκε ενώ όσα σώθηκαν βρέθηκαν κλεισμένα  σε αεροστεγείς σπηλιές μαζί με μούμιες των Ινκας.Τα Quipu αποτελούνταν από έναν οριζόντιο σπάγκο μήκους περίπου ενός μέτρου,πάνω στον οποίο ήταν δεμένοι κατακόρυφα πολλοί άλλοι σπάγκοι διαφόρων χρωμάτων. Αρχικά  χρησιμοποιούνταν ως αριθμητική μέθοδος με την οποία κατέγραφαν τα διάφορα προϊόντα που μετακινούσαν από περιοχή σε περιοχή. Ανάλογα με το χρώμα ο κάθε σπάγκος μετρούσε ένα άλλο είδος. Οι λευκοί σπάγγοι αντιστοιχούσαν στο μαλλί, οι κίτρινοι στο χρυσό, οι καφετί στους καρπούς. Τα χρησιμοποιούσαν   κυρίως οι ειδικοί για τα λογιστικά της κυβέρνησης. Οι γραμματικοί προσέφευγαν σ’αυτά για να καταγράφουν  τα πιο αξιοσημείωτα περιστατικά μιας βασιλείας όπως την καταγραφή  φόρων, τις μετακινήσεις πληθυσμών, ακόμη και  τον αριθμό των στρατιωτών που υπήρχε σε κάθε περιοχή στον οποίο αντιστοιχούσαν τα κόκκινα νήματα. Ένας  ερευνητής που μελέτησε εκτενώς  τα quipus, είναι ο Gary Urton  κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, οι Ίνκας χρησιμοποιούσαν έναν δυαδικό μαθηματικό κώδικα για να καταγράψουν πάνω στα quipus τις πληροφορίες που ήθελαν( είτε αριθμητικές είτε την ιστορία του πολιτισμού τους). Στο έργο του "Signs of the Inka Khipu" ο Urton υποστηρίζει ότι έχει διακρίνει 1.536 διαφορετικούς συνδυασμούς κόμπων πάνω στα quipus.Τα ευρύματα του, προκαλούν δέος για τον πολιτισμό των Ινκας:
"Τα κορδόνια και οι κόμποι των
quipu περιέχουν ένα δυαδικό κώδικα παρόμοιο με αυτόν που χρησιμοποιούν σήμερα οι υπολογιστές, ικανό να μεταβιβάσει περισσότερους από 1.500  χαρακτήρες. Ο δημιουργός του quipu κάθε φορά έπρεπε να πάρει μια απόφαση μεταξύ δύο πιθανοτήτων: παραδείγματος χάρη να κρεμάσει το κορδόνι στο μπροστινό ή στο πίσω μέρος του βασικού οριζόντιου σπάγκου ή να δέσει ένα μάλλινο ή ένα βαμβακερό κορδόνι κλπ. Με δεδομένο ότι οι Ίνκας χρησιμοποιούσαν 24 διαφορετικά χρώματα σπάγκων για την δημιουργία ενός quipu, οι πιθανότητες που τελικά είχαν σε έναν κώδικα 7 bit ήταν 1536." 

Κλείνοντας θα ήθελα να εστιάσω στο ότι ο πολιτισμός των Ίνκας ήταν άμεσα συνυφασμένος με την λατρεία του θεού Ηλίου καθώς και ζώων που θεωρούσαν ιερά όπως το λάμα και το πουμα.Ηταν γενικά ένας πανέξυπνος λαός που   αφομοίωνε τεχνοτροπίες από λαούς που κατακτούσαν και προγενέστερους λαούς (πχ το σύστημα σχεδιασμού πόλεων των Ίνκας ,που διαιρεί την πόλη σε κατοικημένες περιοχές, προέρχονταν από την φυλή των  Χουαρί).όμως προέκτειναν,εξέλισσαν και  πρόσθεταν καινούργιες ιδέες και τεχνικές σε αυτές που κληρονόμησαν από προγενέστερους πολιτισμούς και δημιούργησαν εξαιρετικές κατασκευές που έμελλε να διατηρηθούν επί αιώνες..Για την κατασκευή κοσμημάτων προτιμούσαν κυρίως τον χρυσό που ήταν εύκολο να βρεθεί . Το σχέδιο των πόλεών τους ήταν βασισμένο σε ένα σύστημα με κεντρικές λεωφόρους που διασταυρώνονταν με άλλους μικρότερους δρόμους που κατέληγαν σε μια ανοιχτή πλατεία περιτριγυρισμένη από δημοτικά κτίρια και ναούς. Οι ιστορικοί εντοπίζουν την αιτία της ευδαιμονίας και της ακμής της  στους γενναίους πολεµιστές τους αλλά και σε έναν λιγότερο ευγενικό λόγο.

 Και αυτός δεν ήταν άλλος από τα περιττώµατα των λάµα που αποτελούν ένα πρώτης τάξεως λίπασµα. Τα χωράφια των Ίνκας έδιναν πλούσια συγκομιδή, γιατί τους έριχναν ,το “γουάνο”,περιττώματα δηλαδή θαλασσοπουλιών και των λάμα. Σύµφωνα µε αρχαιολογική µελέτη, αυτή η δραστηριότητα επέτρεψε στους Ινκας να εγκαταλείψουν την καλλιέργεια των κινόα, ενός θάµνου που ανήκει στην κατηγορία των ψευδοδηµητριακών, και να στραφούν στη µαζική καλλιέργεια του καλαµποκιού, το οποίο αφενός είναι πιο θρεπτικό και αφετέρου αποθηκεύεται πιο εύκολα. Η καλλιέργεια του καλαµποκιού  ήταν τους έδωσε το δικαίωμα να εξαπλωθούν γεωγραφικά.

 Σύµφωνα µε την ίδια θεωρία, το πλεόνασµα σε καλαµπόκι και πατάτες έδωσε τη δυνατότητα σε µέρος του ενεργού πληθυσµού να «περάσει» από τον αγροτικό τόσο στον κατασκευαστικό όσο και στον στρατιωτικό τοµέα.. «Το καλαµπόκι και η κοπριά ήταν οι βασικοί κινητήριοι µοχλοί της εξάπλωσης της αυτοκρατορίας των Ινκας», δηλώνει στους «Τάιµς» ο Αλεξ Τσέπστοου Λάστι, επικεφαλής του Γαλλικού Ινστιτούτου Μελέτης των Άνδεων. Η ανάπτυξη της αυτοκρατορίας εδραιώθηκε επίσης από την αύξηση της θερµοκρασίας που σηµειώθηκε ανάµεσα στο 1100 και το 1500 π.Χ. Αυτή η κλιµατική αλλαγή επέτρεψε στους Ινκας να εποικήσουν σε όλο και περισσότερα εδάφη για να καλλιεργήσουν καλαµπόκι

ΙΝΚΑ: Οι Χαμένες Πολιτείες - Ντοκιμαντέρ National Geographic

 

δείτε το ΕΔΩ

 

 

 

 

 

 

 


Θησαυροί των Ίνκας από ksLiak
ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
http://www.americalatina.com.gr/articulos.php?lang=gr&id=111&box=2&pos=6
 http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%8A%CE%BD%CE%BA%CE%B1
 http://www.schooltv.gr/pages/monuments-index/latinamerica-videos/latin_america1.htm
 http://encyclopedia.pblogs.gr/2009/06/470171.html
 http://www.esoterica.gr/news/january_04/incaqui/incaqui.htm
 http://ellinis.blogspot.com/2010/06/blog-post_6309.html
http://www.ardin.gr/node/788
http://www.alfavita.gr/artro.php?id=33569
 [ΒΙΒΛΙΟ ΗUGH HONOUR JOHN FLEMING]
ΒΙΒΛΙΟ “Les grandes navigateurs” Georges Potier
http://www.schooltv.gr/pages/world_monuments/machupicchu_perou.htm
http://el.wikipedia.org
http://www.mummytombs.com/mummylocator/group/inca.htm
 Οι δεκατρείς αυτοκρατορίες
 (ΟΙ ΙΝΚΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ)
 περιοδικό Αρχαίοι Πολιτισμοί, τεύχος 56,
 Μάτσου Πίτσου, εκδόσεις DeAgostini Hellas, 2001-2002
περιοδικό National Geographic Ελλάδας, τεύχος Νοεμβρίου 1999,
 Ορόσημα: Μάτσου Πίτσου
Sanchez I., Infante F., Στη χώρα των Ίνκας, εκδόσεις Κέδρος, 1993
Metraux Alfred, Οι Ίνκας, Εναλλακτικές Εκδόσεις, 2002
 http://agutie.homestead.com/files/Cuzco.htm
http://www.inews.gr/146/oi-yfantoi-ypologistes-ton-inkas.htm