Δυτική Αφρική:Βουντού και ο χορός των πνευμάτων.

Στη Δύση, λέει ο Ζυλ, έχει φτάσει μια τελείως στρεβλή εικόνα του βουντού. Κούκλες με καρφίτσες, ζόμπι κι άλλες τέτοιες χολιγουντιανές αηδίες.
 Αυτά είναι μειοψηφικές πρακτικές και έχουν τόση σχέση με το βουντού όση κι ο σατανισμός με τον χριστιανισμό. Εγώ είμαι χριστιανός, πιστεύω στο Θεό, αλλά πιστεύω και στα πνεύματα. Εδώ στην Αφρική τα αποκαλούμε «βοντούν» και όλη η Φύση είναι γεμάτη απ’ αυτά. Δεν υπάρχει Αφρικανός που να μην πιστεύει στα πνεύματα. 



 

 
Οδηγηθήκαμε όπως οι σκύλοι. Ακολουθώντας την όσφρησή μας. Κι εδώ που τα λέμε δεν χρειάζεται να διαθέτεις γι αυτό μύτη λαγωνικού. Η χαρακτηριστική μυρουδιά σήψης είναι τόσο έντονη που την οσμίζεσαι από μακριά, ακόμα και συναχωμένος να είσαι. Το τίμημα της περιέργειας.
Είναι φανερό ότι η αποκαλούμενη «αγορά των κρανίων» στο Λόμε, δεν χαίρει υψηλής δημοτικότητας μεταξύ των έτσι κι αλλιώς σπάνιων ξένων επισκεπτών της τογκολέζικης πρωτεύουσας.

 Για την ακρίβεια, αυτή τη στιγμή τουλάχιστον, είμαστε οι μόνοι λευκοί. Και όμως, όσο κι αν η επίσκεψη στο συγκεκριμένο μέρος δεν  συνιστάται στα ευαίσθητα στομάχια, είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτική ως προς μια σημαντική όψη της δυτικοαφρικανικής πραγματικότητας.

 

Μια μεγάλη, χωμάτινη αλάνα και γύρω γύρω πρόχειρες κατασκευές της συμφοράς από σανίδες και λαμαρίνες. Έξω από κάθε παράγκα, ένας-δυο πάγκοι με την πραμάτεια αραδιασμένη εν είδει βιτρίνας. 

Και τι πραμάτεια! Αποξηραμένες σαύρες, καπνισμένοι χαμαιλέοντες, τεμαχισμένα ερπετά, καύκαλα χελωνών, κουφάρια πουλιών, κόκαλα ψαριών, και προπαντός κρανία, αμέτρητα κρανία. Από σκυλιά, κατσίκες και αγελάδες, μέχρι αγριόχοιρους, πιθήκους, ακόμα και κροκοδείλους, πολλά με απομεινάρια δέρματος και τριχών επάνω τους, όλα ταχτοποιημένα κατά είδος και κατά μέγεθος προς διευκόλυνση των ενδιαφερομένων.

 

Και όταν μιλάμε για ενδιαφερόμενους,   μην πάει ο νους σε τίποτε ερασιτέχνες φυσιοδίφες, διεστραμμένους νεκρολάγνους, ή εκκεντρικούς συλλέκτες. Η πελατεία είναι απολύτως mainstream και αξιοσέβαστη με αφρικανικά δεδομένα αφού απαρτίζεται κυρίως από υψηλού κύρους μάγους-γιατρούς και ιερείς του βουντού που έρχονται εδώ να προμηθευτούν τα σύνεργα της τέχνης τους τόσο αυτονόητα όσο ένας μάστορας πάει στην Αθηνάς για να ψωνίσει εργαλεία. 

Εκτός όμως αυτών, σπεύδουν και αρκετοί κοινοί θνητοί, για την εκτέλεση κάποιας συνταγογραφημένης αγωγής ή την αγορά φυλακτών και ελιξηρίων. 

- Περάστε, μαντάμ, μεσιέ, μη διστάζετε. Περάστε σας λέω. Εδώ θα βρείτε λύση σε κάθε σας πρόβλημα.

 

Είναι ζαρωμένος, μονόφθαλμος και – πράγμα απίθανο και όμως αληθινό - γλοιωδέστερος ακόμα και από τα εμπορεύματά του.  Πραγματικό κατόρθωμα το τελευταίο, αν λάβει κανείς υπόψη του τη φύση των εκθεμάτων. 

Μέσα σε λίγα λεπτά, το σπηλαιώδες στόμα του μας πληροφορεί πως η στειρότητα καταπολεμάται με αφέψημα από βότανα και τρίμματα σκορπιού, πως το κονιορτοποιημένο κρανίο πιθήκου είναι μακράν το καλύτερο φάρμακο για τη μνήμη, ενώ αρκεί μια κούπα ζωμό από κουφάρι γύπα για να αποκτήσει κανείς αξεπέραστο ερωτικό σφρίγος – σ’ αυτό το σημείο κλείνει με νόημα το (μοναδικό του) μάτι στους άντρες της παρέας.  

 

Η ρητή δήλωση του Κώστα ότι προτιμάει να πεθάνει αμνήμων και ανίκανος παρά να καταφύγει σε ανάλογα καταπότια δεν ανακόπτει σε τίποτε τον οίστρο του. 

- Όλα τα υλικά έχουν φορτιστεί με μαγική ενέργεια σε ειδικές τελετές.   Εξ’ ου και οι  τιμές, μαντάμ, μεσιέ, που μπορεί να φαντάζουν αλμυρές στους αδαείς, μα στην ουσία δεν είναι.
Εδώ δεν πληρώνεις για το απτό και το φανερό, δεν αγοράζεις αντικείμενο, αλλά τις αόρατες θαυματουργές ιδιότητες που του έχουν μεταδοθεί. 

Διαλέγει μέσα από το σωρό μια εξόχως οσμηρή σύνθεση από τρίχες, φτερά και δέρμα και μας την προτείνει:

 
- Σαράντα ευρώ. Φυλακτό για τα ατυχήματα. Εσείς που ταξιδεύετε, δεν θα έπρεπε να λείπει από πάνω σας ούτε στιγμή.
- Αλλοίμονο! Απορώ πως την έχουμε βγάλει καθαρή μέχρι σήμερα χωρίς αυτό.

Παρά το σταυρό στο λαιμό του και τα διάφορα αυτοκόλλητα «ο Χριστός είναι ο Σωτήρας μου» που κοσμούν το αυτοκίνητό του, ο οδηγός μας ο Ζυλ περιεργάζεται το ταλισμάν με ιερό δέος.

- Πολύ ισχυρό, ψιθυρίζει τελικά με φωνή πνιγμένη από ταραχή.

Κάτι μου λέει ότι ο καθολικισμός του δεν είναι αυτό που θα λέγαμε εμπεδωμένος. Ici c’ est l’ Afrique, ήτοι τα ξενόφερτα δόγματα των παλιών αποικιοκρατών συχνά δεν είναι παρά ένα επίχρισμα που λίγο άμα το ξύσεις από κάτω ξεπηδούν ατόφιες όλες οι ντόπιες παραδοσιακές δοξασίες.

Ο Σάτσο, δεικτικός ως συνήθως, σχολιάζει:

- Ντάξει μωρέ, ο καθένας με τα ξόρκια του.  Σε τι δηλαδή διαφέρουν οι δικοί μας θρησκόληπτοι που τρέχουν να προσκυνήσουν την κάρα του όσιου τάδε ή αγοράζουν «τίμιο ξύλο» για προστασία από τον σατανά;
Εδώ που τα λέμε …


 

Στο δρόμο των σκλάβων 

Ακολουθώντας πάντα τα ίχνη του βουντού, η επόμενη μέρα μας βρίσκει να οδεύουμε ανατολικά του Λόμε με προορισμό την Ουιντά στο Μπενίν που θεωρείται κάτι σαν το λίκνο του.
Κι από τις δυο πλευρές των συνόρων, η ακτή του Ατλαντικού είναι μια ατελείωτη λωρίδα οργιαστικού τροπικού τοπίου που ρουφάμε άπληστα με τα μάτια. 

Άντε τώρα να χωνέψεις πως οι λικνίζουσες φοινικιές και τα γαλήνια χωριουδάκια που γεμίζουν το οπτικό μας πεδίο αποτέλεσαν κάποτε το σκηνικό για ένα από τα πιο φρικαλέα μαζικά εγκλήματα που γνώρισε η ανθρωπότητα. Και όμως, λιγότερο από ενάμιση αιώνα πριν, τούτα εδώ τα παράλια δεν τα όργωναν μονάχα πέλματα φιλήσυχων ψαράδων και παιχνιδιάρικων πιτσιρικάδων παρά η ατέλειωτη πομπή αλυσοδεμένων ποδιών, οδηγημένων με το μαστίγιο, για να φορτωθούν στα δουλεμπορικά και να πουληθούν στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού.


 
Η Ουιντά ειδικότερα υπήρξε η σημαντικότερη πύλη εξαγωγής μαύρης σαρκός από το βασίλειο της Δαχομέης, όπως ονομαζόταν παλιότερα το Μπενίν.  Μια χαίνουσα πληγή απ’ όπου, μόνο από το συγκεκριμένο λιμάνι, η Αφρική αιμορράγησε πάνω από ενάμιση εκατομμύριο γιους και κόρες, θυσία στον αδηφάγο Μινώταυρο της οικοδόμησης του Νέου Κόσμου. 

 Σπαραχτικό κειμήλιο αυτής της θηριωδίας, η αποκαλούμενη «Οδός των Σκλάβων» εξακολουθεί και σήμερα να ενώνει το κέντρο της Ουιντά με την ακτή όπου άλλοτε περίμεναν αρόδου οι πορτογαλικές, αγγλικές, ολλανδικές και γαλλικές φρεγάτες να παραλάβουν το θλιβερό ανθρώπινο φορτίο τους. Στον ίδιο αυτό χωματόδρομο βαδίζουμε τώρα κι εμείς, ενώ τα λόγια του Ζυλ  μπήγονται σαν καρφιά μέσα στο κεφάλι μου. 

 
- Να ο χώρος των δημοπρασιών όπου εκθέτανε τους σκλάβους και κλείνονταν οι εμπορικές συμφωνίες.

- Εδώ τους σημάδευαν με πυρωμένο σίδερο όπως τα μοσχάρια, με διαφορετική αναγνωριστική στάμπα ανάλογα το καράβι όπου επρόκειτο να φορτωθούν. 

Μα δεν είναι μόνο οι ζοφερές εικόνες του δουλεμπορίου που ζωντανεύουν στο μυαλό. Δεξιά κι αριστερά του δρόμου, μας παρακολουθούν σιωπηρά αναπαραστάσεις θεοτήτων του βουντού, αυτές οι ίδιες μορφές που έκλεισαν στη μνήμη τους φεύγοντας τα με τη βία ξεριζωμένα τέκνα της Αφρικής, και μεταφύτευσαν αργότερα στις νέες υπερατλαντικές αναγκαστικές πατρίδες τους.

 
Tο βουντού δεν γεννήθηκε στην Αιτή όπως συχνά πιστεύεται, παρά μεταφέρθηκε εκεί από τους σκλάβους, και μάλιστα όχι μόνον εκεί, αλλά και όπου αλλού ξεφορτώθηκαν καραβιές από τη Δαχομέη, δηλαδή στη Βραζιλία, σε διάφορα νησιά της Καραϊβικής και σε πολλές από τις νότιες πολιτείες των ΗΠΑ. 

Ύστατος ομφάλιος λώρος των μαύρων δούλων με τη γενέθλια γη τους, το βουντού σιγά σιγά απέκτησε καινούργια σημασία για τους κολασμένους της Νέας Γης, πολύ ευρύτερη απ’ αυτήν της θρησκευτικής πίστης.  Με τα χρόνια έγινε κύριο στοιχείο ταυτότητας και συνεκτικός ιστός της φυλής, σήμανε άρνηση αφομοίωσης, μετατράπηκε σε υπόγειο ρεύμα αντίστασης και κραυγή ελευθερίας. Κι όπως συμβαίνει συνήθως με οτιδήποτε αμφισβητεί την καθεστηκυία τάξη πραγμάτων, κηρύχτηκε παράνομο, δαιμονοποιήθηκε και διώχτηκε ανηλεώς από τις επίσημες χριστιανικές εκκλησίες, χέρι χέρι με τις αποικιακές δουλεμπορικές κυβερνήσεις. 

Αυτά, και πολλά άλλα, κουβεντιάζουμε με τον Ζυλ του οποίου ο καθολικισμός, όπως σωστά υποψιαζόμουν, εξαντλείται στο περίβλημα. Ο ίδιος εξάλλου δεν βρίσκει καμία αντίφαση σ’ αυτό.
- Στη Δύση έχει φτάσει μια τελείως στρεβλή εικόνα του βουντού. Κούκλες με καρφίτσες, ζόμπι κι άλλες τέτοιες χολιγουντιανές αηδίες. Αυτά είναι μειοψηφικές πρακτικές και έχουν τόση σχέση με το βουντού όση κι ο σατανισμός με τον χριστιανισμό. Εγώ πιστεύω στο Θεό, και πιστεύω και στα πνεύματα. Δεν υπάρχει Αφρικανός που να μην πιστεύει στα πνεύματα.  ‘Όλη η Φύση είναι γεμάτη βοντούν (πνεύματα ή οντότητες).

- ‘Έτσι είναι αν έτσι νομίζετε, μουρμουράει ο Σάτσο με πιραντελική διάθεση.

 

Έχουμε φτάσει στο αποκαλούμενο «ιερό δάσος» της Ουιντά, όπου ο ιδρυτής της πόλης βασιλιάς Κπασέ μεταμορφώθηκε (λέμε τώρα) σε δέντρο ιρόκο για να κρυφτεί από τους εχθρούς του. Κάθε τόσο ανάμεσα στη βλάστηση ξεπηδάει κι από ένα άγαλμα διαφορετικής «οντότητας»: της γονιμότητας, του πολέμου, του πλούτου, της ανεμοβλογιάς (!)…

 Οι αναπαραστάσεις από ξύλο βαμμένο σε έντονα χρώματα ή από διάφορα μεταλλικά στοιχεία ανακύκλωσης είναι μια αποθέωση του σύγχρονου πριμιτίφ, συχνά ανάμεικτο με μια απροσδιόριστη νότα αβανγκάρντ. Όπως για παράδειγμα εκείνο το γλυπτό με σώμα από παλιό ντεπόζιτο μοτοσικλέτας ή το άλλο που στέκει σε πόδια από παροπλισμένα ελατήρια ανάρτησης.

 Ανάμεσα σε όλα, δεσπόζει το άγαλμα ενός άντρα με κέρατα μεγαλύτερα από του Πάνα και στύση ανάλογη μ’ αυτήν που έταζε ο έμπορας του Λόμε σ’ όποιον δοκίμαζε το μαγικό του φίλτρο.  

 

- Είναι ο Λέγκμπα, το καλό βοντούν που μεσολαβεί ανάμεσα στον κόσμο των ανθρώπων και τον κόσμο των πνευμάτων, μας πληροφορεί ο Ζυλ. 

Αρπάζω την ευκαιρία για να θέσω εμμέσως πλην σαφώς το ζήτημα που μας απασχολεί:

- Μήπως θα μπορούσες να πεις στον Λέγκμπα να μεσολαβήσει και υπέρ μας για να παραστούμε σε κάποια τελετή;
Ο Ζυλ μπαίνει αμέσως στο νόημα και παίρνει το συνωμοτικό του:
- Θα δω τι μπορεί να γίνει. Απ’ ό,τι έχω μάθει, κάτι ετοιμάζεται σε τρεις-τέσσερις μέρες στα περίχωρα της Αμπομέι. Για να γίνετε όμως δεκτοί, θα πρέπει να κάνετε και κάποια δωρεά στο ναό. Ας πούμε δέκα ευρώ ο καθένας.
- Ε, άμα είναι για τον ναό!



Ο χορός των πνευμάτων

Ο λεγόμενος ναός ή αλλιώς χουνφόρ είναι μια μεγάλη χωμάτινη πλατεία, περιστοιχισμένη από πλίνθινα κτίσματα, μερικά στολισμένα με διάφορα βουντουικά σύμβολα. Όταν φτάνουμε, βρίσκουμε συγκεντρωμένο εκεί ένα ευάριθμο πολύχρωμο πλήθος που λικνίζεται στον ήχο των κρουστών. 
 
 Από την πρώτη κιόλας στιγμή την προσοχή μας κερδίζουν τα νήπια, ορισμένα εκ των οποίων καλά καλά δεν περπατάνε, και όμως ήδη αποτολμούν βήματα, στροφές και φιγούρες που θα ζήλευαν πεπειραμένοι χορευτές. Γεννημένα με το ρυθμό της Αφρικής στα γονίδιά τους!


 
Ο τυμπανιστής του μεγάλου ιερού ταμπούρλου μανμάν είναι το αρχέτυπο της αφρικάνικης αρσενικής ομορφιάς, ένα στιλπνό εβένινο άγαλμα  ανάλογο με εκείνα που έχτισαν με τον άμισθο μόχθο τους τα πλούτη της αμερικάνικης αυτοκρατορίας ματώνοντας στις βαμβακοφυτείες του Νότου. 

Δοσμένος ολοκληρωτικά στη μουσική του, μοιάζει να βρίσκεται αλλού, σε άλλη διάσταση, αγνοώντας πλήρως τα πυρωμένα βλέμματα θαυμασμού του γυναικείου πληθυσμού που ξεσαλώνει μπροστά του, πότε με δυναμικά χτυπήματα των ποδιών στο έδαφος, και πότε με εύλογα σπασίματα της μέσης και λάγνες κινήσεις των γοφών. Ευτυχώς εξίσου αδιάφορος στέκει και απέναντι στον φακό του Κώστα, ο οποίος μετά από τρία ολόκληρα λεπτά φωτογραφικής εγκράτειας φτάνει στα όριά του και αρχίζει να τον πυροβολεί, πλησιάζοντας προς το μέρος του με βήματα ροκ εντ ρολ και ξεσηκώνοντας πανζουρλισμό από γέλια, πειράγματα και χειροκροτήματα στις γραμμές των θεατών.

Ουφ, δόξα τα βοντούν, ουδείς πιστός προσεβλήθη.

 
Κι ενώ ο Κώστας εναλλάσσει τον Έλβις Πρίσλευ με τα φωτογραφικά κλικ, μια πομπή γυναικών με στολισμένα ξύλινα αγάλματα στο κεφάλι κάνει την είσοδος της στη μεγάλη πλατεία.

- Η γυναίκα με τη χρυσαφί εσάρπα είναι η μαμαλόα, η αρχιέρεια του ναού, ψιθυρίζει ο Ζυλ. Ολοκλήρωσε τα κρυφά μυστήρια στο άδυτο και τώρα βγαίνει για τη δημόσια επίκληση των πνευμάτων.

‘Άλλο και πάλι τούτο! Πού στο καλό είναι αυτό το άδυτο; Ο Ζυλ στοχεύει με το δάχτυλο προς ένα ασήμαντο πλίνθινο κτίσμα, σαν όλα τα άλλα που περιβάλλουν την πλατεία του χουνφόρ. Εντάξει, λύθηκε κι αυτή η απορία. Ούτε επιδεικτικά οικοδομήματα, ούτε ακριβοί φραμπαλάδες χάριν εντυπωσιασμού ανθρώπων και καλοπιάσματος θεών. Άσε που οι γυναίκες μπορούν να γίνουν ιέρειες εφόσον το θελήσουν, και  
κανένα θεόπνευστο βιβλίο δεν τις περιγράφει ως φύσει πονηρές, όργανα σκανδαλισμού και άλλα παρόμοια ιουδαιοχριστιανοισλαμικά. Τελικά το βουντού έχει και πολλές καλές πλευρές!

Στο μεταξύ η πομπή κάνει κύκλο γύρω από τον ιερό στύλο μιτάν ενόσω η μαμαλόα επιδίδεται σε ρήψεις καθαγιασμένου νερού σημαδεύοντας στο έδαφος την περιοχή όπου οι γυναίκες στη συνέχεια θα εναποθέσουν τα τοτέμ.
Κατόπιν, πέφτουν στα γόνατα, υποκλίνονται κι ακουμπάνε προσφορές. Φύλλα, καρποί, πιατάκια με χυλό είναι τα δολώματα για τα βοντούν, να ανοίξει η όρεξή τους ώστε να «κατέβουν» ανάμεσα στους συγκεντρωμένους.

 
Η μαμαλόα αρχίζει να απαγγέλλει ένα μακρύ κάλεσμα, ξεκινώντας όπως πάντα από τον Λέγκμπα, τον «ταχυδρόμο» των πνευμάτων, που ως άλλος Αφρικανός Eρμής είναι επιφορτισμένος να τους μεταφέρει τα μηνύματα των ανθρώπων.
Στο μεταξύ, ένας νέος ηθοποιός έχει μπει επί σκηνής, κρατώντας στα χέρια μια άσπρη κότα. Η ροή των επεξηγήσεων από τον Ζυλ συνεχίζεται αδιαλείπτως:

- Είναι ο μποκόρ, ο αρχιερέας. Θα θυσιάσει στον Νταμπάλλα. Ο Νταμπάλλα είναι πνεύμα καλοκάγαθο, επικοινωνεί με τους προγόνους και έχει ως σύμβολο ένα λευκό φίδι. Γιαυτό και οι προσφορές που γίνονται προς τιμήν του έχουν πάντα άσπρο χρώμα.

 
Ο μποκόρ με μια αστραπιαία κίνηση στρίβει το λαιμό της κότας που δεν προλαβαίνει να βγάλει ούτε κιχ. Της κόβει το κεφάλι και αφήνει το αίμα να στάξει σ’ ένα μπολάκι. Οι γυναίκες βουτάνε τα δάχτυλα τους στο κόκκινο υγρό της ζωής και πασαλείβουν τα αγάλματα.

- Το αίμα είναι ο κρίκος που συνδέει τον ορατό κόσμο με τον αθέατο, γιαυτό και η προσφορά του ανοίγει τις πόρτες επικοινωνίας με το θείο. Αν όλα έχουν γίνει σωστά, τότε μετά τις προσφορές και τη θυσία, τα βοντουν θα πρέπει να φανερωθούν και να …



 
Τα υπόλοιπα λόγια του Ζυλ καλύπτονται από το εκκωφαντικό κρεσέντο των κρουστών, ενώ την ίδια στιγμή ένας άντρας κυριολεκτικά εκτοξεύεται στην πλατεία κι αρχίζει να χορεύει σαν δαιμονισμένος. Στροβιλίζεται με τα χέρια ανοιχτά σαν φτερούγες, δίνει σάλτα στον αέρα, προσγειώνεται στο έδαφος και τινάζεται ξανά και ξανά σε νέες πιρουέτες, τα μάτια μου δεν προλαβαίνουν να μετρήσουν διπλές και τριπλές τούμπες, σε λίγο το μόνο που διακρίνω είναι μια περιστρεφόμενη μάζα ν’ αλλάζει χρώματα και σχήματα, ένα ηλεκτρόνιο σε τρελή τροχιά που αγνοεί τους  νόμους της βαρύτητας.

 
Ο χορευτής-ακροβάτης είναι ένας μυημένος σε έκσταση, κυριευμένος από το πνεύμα του Νταμπάλλα. Στη γλώσσα του βουντού λένε πως το πνεύμα τον έχει «καβαλικέψει».

Ο  εβένινος τυμπανιστής ανεβάζει κι άλλο το ξέφρενο τέμπο, τα μικρότερα ταμπούρλα χουντότι και μπούλα ακολουθούν, τα μαύρα σώματα γυαλίζουν από τον ιδρώτα σαν την ασφαλτο μετά τη βροχή.
‘Ωσπου ξαφνικά ο μύστης πέφτει στο έδαφος και αρχίζει να τρέμει και να χτυπιέται σαν ζώο πιασμένο στο δόκανο. Το πνεύμα που «εκδηλώθηκε» πρέπει τώρα να βγει από το σώμα του.


 
Ο μποκόρ πλησιάζει και χτυπάει δίπλα στ’ αυτί του άντρα ένα τελετουργικό καμπανάκι, εκείνος δείχνει σιγά σιγά να ηρεμεί, μα πριν ακόμα συνέλθει  και σηκωθεί, έχει ήδη ορμήξει στην πλατεία ένας δεύτερος μυημένος για έναν νέο γύρο εκστατικού χορού.

Και μετά ακολουθεί κι άλλος, κι άλλη, κι άλλη μία, κι ακόμη ένας… Και αυτό για ώρες.


Το εκκλησίασμα κυματίζει σαν ένα σώμα, υψωμένα χέρια ψαλιδίζουν τον αέρα, τα γυμνά πέλματα τινάζουν τη σκόνη του χουνφόρ. Το υπερπέραν έχει τόση υπόσταση και δύναμη όσες του αποδίδουν εκείνοι που πιστεύουν σ’ αυτό.

Σ’ αυτό το εντυπωσιακό μυστικιστικό πανηγύρι, εγώ μονάχα μ’ ένα πνεύμα επικοινώνησα, μ’ αυτό ακριβώς που είχα έρθει να συναντήσω. Με το πνεύμα της αρχέγονης Αφρικής, της γης που γέννησε τον Άνθρωπο, και μαζί μ’ αυτόν τις φαντασιώσεις και τους φόβους του που πλάθουν τους θεούς και τους δαίμονες σ’ όλους τους καιρούς και σ’ όλους τους τόπους.



Της Ισαβέλλας Μπερτράν
Δοσιεύτηκε στο ΓΕΩΔΡΟΜΙΟ του ΕΠΕΝΔΥΤΗ, τεύχος αρ. 8 / 07.09.2013
zyrinis.gr