Οι ομορφότερες γυναίκες του HOLLYWOOD:Audrey Hepburn

Η Όντρεϊ Χέπμπορν (αγγλ. Audrey Hepburn, 4 Μαΐου 192920 Ιανουαρίου 1993) ήταν ηθοποιός αγγλικής και ολλανδικής καταγωγής, μια από τις πλέον φημισμένες παγκοσμίως τον 20ό αιώνα.
 Βραβευμένη με Όσκαρ, Τόνυ, Έμμυ και Γκράμι εμφανίστηκε σε πολυάριθμες παραγωγές του θεάτρου, του κινηματογράφου και σε παραστάσεις του Μπρόντγουεϊ, ενώ παραμένει ένα από τα λιγοστά άτομα που έχουν κερδίσει και τα τέσσερα βραβεία.

 Το 1999 κατετάγη στην τρίτη θέση της λίστας των μεγαλύτερων γυναικών σταρ όλων των εποχών από το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου. Επίσης αποτέλεσε για πολλά χρόνια σύμβολο της μόδας, καθώς το στιλ της ήταν παροιμιώδους κομψότητας, ενώ αφιέρωσε τα τελευταία χρόνια της ζωής της σε ανθρωπιστικά έργα. Από το 1986 μέχρι και το θάνατό της υπηρέτησε ως Πρέσβειρα Καλής Θελήσεως της UNICEF και τιμήθηκε με το Προεδρικό Μετάλλιο της Ελευθερίας για το έργο της.
>  Γεννημένη ως Όντρεϊ Καθλήν Ράστον σε έναν δήμο των Βρυξελλών του Βελγίου, ήταν το μοναδικό παιδί του Ιρλανδού τραπεζίτη Τζόζεφ Βίκτορ Άντονι Ράστον από τη δεύτερη σύζυγό του, την πρώην Βαρόνη Έλλα φαν Χέεμστρα, μια Ολλανδέζα αριστοκράτισσα που ήταν κόρη ενός πρώην κυβερνήτη της Ολλανδικής Γουιάνα. Ο πατέρας της αργότερα προσέθεσε το επώνυμο της γιαγιάς του από την πλευρά της μητέρας του, της Καθλήν Χέπμπορν, στο οικογενειακό επώνυμο. Οπότε το επώνυμο της Όντρεϊ έγινε Χέπμπορν – Ράστον. Είχε δύο ετεροθαλείς αδερφούς από τον πρώτο γάμο της μητέρας της με έναν Ολλανδό ευγενή. Ήταν απόγονος του Βασιλιά Εδουάρδου Γ' της Αγγλίας[1] και του Σκωτσέζου βασιλικού συζύγου Τζέημς Χέπμπορν, 4ου κόμη του Μπόθγουελ, από τον οποίο ίσως να καταγόταν και η ηθοποιός Κάθριν Χέπμπορν.

 Η καριέρα της ως ηθοποιού ξεκίνησε με την εκπαιδευτική ταινία: «Dutch in Seven Lessons» (Ολλανδικά σε επτά μαθήματα). Έπειτα εμφανίστηκε σε μουσικές παραστάσεις όπως το «High Button Shoes» και «Sauce Piquante». Ο πρώτος της ρόλος στον κινηματογράφο ήταν στη βρετανική ταινία «One Wild Oat» όπου και υποδύθηκε μια ρεσεψιονίστ. Έπαιξε αρκετούς μικρούς ρόλους στις ταινίες «Young Wives’ Tale», «Laughter in Paradise», «The Lavender Hill Mob» και «Monte Carlo Baby». Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων του «Monte Carlo Baby» η Χέπμπορν επιλέχτηκε να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στο έργο του Μπρόντγουεϊ με τίτλο «Gigi» που έκανε πρεμιέρα στις 24 Νοεμβρίου 1951 στο Θέατρο Φούλτον και διήρκεσε για 219 παραστάσεις. Η συγγραφέας Σιντονί – Γκαμπριέλ Κολέτ την πρώτη στιγμή που την είδε αναφώνησε: «voilà! Να η Gigi μας!»[13]. Κέρδισε ένα Βραβείο Theatre World για το ντεμπούτο της που παιζόταν με επιτυχία για έξι μήνες.

> Η πρώτη αξιοπρόσεκτη εμφάνισή τη στον κινηματογράφο ήταν το 1952 στην ταινία «Secret People» όπου και υποδύθηκε μια σπουδαία μπαλαρίνα. Όπως ήταν φυσικό η Χέπμπορν έκανε η ίδια όλα τα χορευτικά που απαιτούνταν. Ο πρώτος της πρωταγωνιστικός ρόλος και μάλιστα σε Αμερικανική ταινία ήταν μαζί με τον Γκρέγκορι Πεκ στην ταινία «Διακοπές στη Ρώμη» (Roman Holiday). Οι παραγωγοί αρχικά ήθελαν την Ελίζαμπεθ Τέιλορ για το ρόλο, αλλά ο σκηνοθέτης Γουίλιαμ Γουάιλερ εντυπωσιάστηκε τόσο με το δοκιμαστικό της Χέπμπορν (η κάμερα συνέχισε να γράφει και το υλικό που δείχνει τη Χέπμπορν να απαντά ερωτήσεις, χωρίς να γνωρίζει πως η συνομιλία καταγραφόταν, δείχνει το ταλέντο της), και την επέλεξε για τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Ο Γουάιλερ είπε, «Είχε όλα όσα έψαχνα: γοητεία, αθωότητα και ταλέντο. Ήταν επίσης πολύ αστεία. Ήταν απολύτως μαγευτική, και είπαμε, “Αυτό είναι το κορίτσι!”»

 Η ταινία επρόκειτο να έχει το όνομα του Γκρέγκορι Πεκ πάνω από τον τίτλο με μεγάλα γράμματα, αναγράφοντας «παρουσιάζοντας την Όντρει Χέπμπορν» από κάτω. Όταν τα γυρίσματα ολοκληρώθηκαν, ο Πεκ κάλεσε τον ατζέντη του και, προβλέποντας σωστά πως η Χέπμπορν θα κέρδιζε το Όσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου, ζήτησε να αλλαχτεί η συμφωνία και να γραφτεί το όνομα της ηθοποιού επίσης πάνω από τον τίτλο και σε ίδια γραμματοσειρά με τη δική του. Η Χέπμπορν και ο Πεκ έγιναν φίλοι κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, και φήμες τους ήθελαν να αναπτύσσουν ειδύλλιο. Και οι δύο το αρνήθηκαν. Η Χέπμπορν, ωστόσο, προσέθεσε, «για να πούμε την αλήθεια, πρέπει να είσαι και λίγο ερωτευμένη με το συμπρωταγωνιστή σου, και το αντίστροφο. Αν πρόκειται να απεικονίσεις την αγάπη, πρέπει να την αισθάνεσαι. Δεν μπορείς να το κάνεις με άλλο τρόπο. Μα δεν το μεταφέρεις εκτός πλατό».[15] Εξαιτίας της άμεσης δημοσιότητας που της έφερε η ταινία «Roman Holiday», η εικόνα της Χέπμπορν τοποθετήθηκε στο εξώφυλλο για τις 7 Σεπτεμβρίου 1953 του περιοδικού TIME.


 Η ερμηνεία της Χέπμπορν δέχτηκε πολύ καλές κριτικές. Ο Α.Χ. Γουέιλερ τόνισε στους New York Times, «Παρόλο που δεν είναι ακριβώς πρωτοεμφανιζόμενη στις ταινίες, η Όντρει Χέπμπορν, η Βρετανίδα ηθοποιός που πρωταγωνίστησε για πρώτη φορά με τον ρόλο της Πριγκίπισσας Άννας, έχει μια λεπτή και ποθητή ομορφιά ξωτικού, εναλλασσόμενα βασιλική και παιδική ενώ εκτιμά βαθιά τις καινούριες και απλές απολαύσεις και την αγάπη. Παρόλο που χαμογελά με θάρρος αναγνωρίζοντας το τέλος αυτής της σχέσης, παραμένει μια μοναχική φιγούρα άξια οίκτου που αντιμετωπίζει ένα ζοφερό μέλλον»[16]. Η Χέπμπορν αργότερα δήλωσε πως το «Roman Holiday» υπήρξε η αγαπημένη της ταινία, γιατί ήταν αυτή που την έκανε σταρ.


 Μετά το «Διακοπές στη Ρώμη» εμφανίστηκε στην ταινία του Μπίλι Γουάιλντερ με τίτλο Γλυκειά μου Σαμπρίνα στο πλευρό των Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ και Γουίλιαμ Χόλντεν. Εστάλη στον σχεδιαστή υψηλής ραπτικής Ουμπέρ ντε Ζιβενσύ για να αποφασίσουν για τη γκαρνταρόμπα της. Όταν του ανακοίνωσαν πως «η δεσποινίς Χέπμπορν» επρόκειτο να τον επισκεφτεί, ο Ζιβενσύ περίμενε να δει την Κάθριν. Δεν απογοητεύτηκε με την Όντρει, ωστόσο, και έγιναν δια βίου φίλοι και συνεργάτες. Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων για τη «Γλυκειά μου Σαμπρίνα», οι Χέπμπορν και Χόλντεν ερωτεύτηκαν και εκείνη τότε ήλπισε πως θα παντρευόταν και θα έκαναν παιδιά. Χάλασε όμως τη σχέση όταν ο Χόλντεν της αποκάλυψε πως είχε κάνει αγγειεκτομή



Το 1954, η Όντρει επέστρεψε στο θέατρο για να υποδυθεί μια νύμφη του νερού στο έργο «Οντίν» στο πλάι του Μελ Φέρερ, τον οποίο και παντρεύτηκε αργότερα μες τη χρονιά. Κατά τη διάρκεια των παραστάσεων, η Χέπμπορν τιμήθηκε με τη Χρυσή Σφαίρα και το Βραβείο Όσκαρ για την ταινία «Διακοπές στη Ρώμη». Έξι εβδομάδες μετά το Όσκαρ, έλαβε το Βραβείο Τόνυ για την ερμηνεία της στο «Οντίν». Η Χέπμπορν είναι μια από τις μόλις τρεις ηθοποιούς που έλαβαν το Όσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου και το Βραβείο Τόνυ Καλύτερης Ηθοποιού την ίδια χρονιά (οι άλλες δύο είναι οι Σίρλεϊ Μπουθ και Έλλεν Μπέρστιν).
Στα μέσα της δεκαετίας του ’50, η Χέπμπορν δεν ήταν απλά μια από τις μεγαλύτερες σταρ του κινηματογράφου, αλλά και πρότυπο κομψότητας. Η αίσθηση του σικ που διέθετε θαυμάστηκε και αποτέλεσε αντικείμενο μίμησης ευρέως. Το 1955, βραβεύτηκε με τη Χρυσή Σφαίρα – World Film Favorite Female.




 Αποτελώντας πλέον μια από τις δημοφιλέστερες ηθοποιούς, η Όντρει Χέπμπορν συμπρωταγωνίστησε με πολλούς μεγάλους άνδρες ηθοποιούς όπως ο Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ στη «Γλυκειά μου Σαμπρίνα», ο Φρεντ Αστέρ στο «Αστείο Μουτράκι» (Funny Face), ο Μωρίς Σεβαλιέ και ο Γκάρι Κούπερ στο «Αριάν» (Love in the Afternoon), ο Τζορτζ Πέπαρντ στο «Πρόγευμα στο Τίφανις» (Breakfast at Tiffany’s), ο Κάρι Γκραντ στο «Ραντεβού στο Παρίσι» (Charade), ο Ρεξ Χάρισον στο «Ωραία μου Κυρία» (My Fair Lady), ο Πίτερ Ο’ Τουλ στο «Πώς Να Κλέψετε Ένα Εκατομμύριο Δολλάρια» (How to Steal a Million), ο Άλμπερτ Φίνεϊ στο «Δυο για το δρόμο» (Two for the Road) και ο Σον Κόνερι στο «Το Ρόδο και το Βέλος» (Robin and Marian). Πολλοί από αυτούς τους άνδρες ήρθαν κοντά της. Ο Ρεξ Χάρισον αποκαλούσε την Όντρεϊ αγαπημένη του παρτενέρ, ο Κάρι Γκραντ λάτρευε να την πειράζει και μάλιστα κάποτε είπε: «Το μόνο που θέλω για τα Χριστούγεννα είναι μια φωτογραφία ακόμη με την Όντρεϊ Χέπμπορν»[20]. Ο Γκρέγκορι Πεκ έγινε δια βίου φίλος της. Μετά το θάνατό της, ο Πεκ με δάκρυα στα μάτια απήγγειλε μπροστά στην κάμερα το αγαπημένο της ποίημα, «Ατελείωτη Αγάπη» του Rabindranath Tagore[21]. Μερικοί πιστεύουν ότι ο Μπόγκαρτ και η Χέπμπορν δεν τα πήγαιναν καλά, μα αυτό δεν είναι αλήθεια. Ο Μπόγκαρτ τα πήγαινε καλά μαζί της όσο κανείς άλλος στο πλατό. Αργότερα η Χέπμπορν είπε: «Καμιά φορά είναι οι λεγόμενοι “σκληροί άντρες” μου τελικά είναι οι πιο στοργικοί, όπως υπήρξε ο Μπόγκι μαζί μου»






Το «Αστείο Μουτράκι» (Funny Face) του 1957 ήταν μια από τις διασκεδαστικότερες ταινίες για τη Χέπμπορν γιατί χόρεψε μαζί με τον Φρεντ Αστέρ. Από την άλλη η ταινία του 1959 «Η Ιστορία μιας Μοναχής» (The Nun’s Story) ήταν μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για εκείνη. Το Films in Review υποστήριξε πως, «η ερμηνεία της θα κάνει να σιωπήσουν για πάντα αυτά που την θεωρούν λιγότερο ηθοποιό και περισσότερο σύμβολο του σοφιστικέ παιδιού/γυναίκας. Η ερμηνεία της Αδερφής Λουκ είναι μια από τις μεγαλύτερες στη μεγάλη οθόνη»[23].
Η Χόλυ Γκολάιτλι της Χέπμπορν στην ταινία του 1961 «Πρόγευμα στο Τίφανις» (Breakfast at Tiffany’s) έγινε ένα χαρακτήρας σύμβολο του Αμερικανικού Σινεμά για τον 20ο αιώνα. Αποκάλεσε το ρόλο «τον πιο τζαζ της ζωής μου»[24]. Όταν ρωτήθηκε για την πρόκληση του ρόλου, απάντησε, «Είμαι εσωστρεφής. Το να υποδυθώ ένα εξωστρεφές κορίτσι ήταν το δυσκολότερο πράγμα που έκανα ποτέ». Στην ταινία φορούσε μοδάτα ρούχα που σχεδίασε η ίδια από κοινού με τον Ζιβενσύ και προσέθεσε ξανθιές ανταύγειες στα καστανά μαλλιά της, εμφάνιση που διατήρησε και εκτός οθόνης.




Η Χέπμπορν έτσι καθιερώθηκε ως μια από τις δημοφιλέστερες σταρ του Χόλυγουντ. Η Μέριλιν Μονρόε δεν ήταν η μόνη που τραγούδησε "Happy Birthday, Mr. President" στον Πρόεδρο Τζον Κέννεντυ στα γενέθλιά του. Στα επόμενα (και τελευταία) γενέθλιά του στις 29 Μαΐου 1963, η Χέπμπορν, η αγαπημένη ηθοποιός του Προέδρου, του τραγούδησε "Happy Birthday, dear Jack"[25].

Η ηθοποιός στην ταινία "Charade" (1963).
Το 1963 η Χέπμπορν πρωταγωνίστησε στην ταινία «Charade», την πρώτη και τελευταία ταινία της με τον Κάρι Γκραντ, ο οποίος είχε στο παρελθόν αποσυρθεί από τους πρωταγωνιστικούς ρόλους των ταινιών «Διακοπές στη Ρώμη» και «Σαμπρίνα». Το 1964, η Χέπμπορν έπαιξε στην ταινία «Ωραία μου Κυρία» (My Fair Lady) που θεωρήθηκε για την εποχή η περισσότερο αναμενόμενη ταινία μετά το «Όσα παίρνει ο άνεμος». Η Χέπμπορν έλαβε το ρόλο της Ελίζα Ντούλιτλ αντί για την τότε άσημη Τζούλι Άντριους, που είχε υποδυθεί πρώτη το ρόλο στο Μπρόντγουεϊ. Η απόφαση αυτή πάρθηκε πριν την επιλογή της Χέπμπορν για το ρόλο. Η τελευταία αρχικά τον αρνήθηκε και πρότεινε στον Τζακ Γουόρνερ να τον δώσει στην Άντριους, αλλά όταν την ενημέρωσαν πως θα ήταν εκείνη ή η Ελίζαμπεθ Τέιλορ, που επίσης ήταν υποψήφια για το ρόλο, τον δέχτηκε


 Σύμφωνα με ένα άρθρο στο περιοδικό Soundstage «όλοι συμφώνησαν πως αν δεν συμμετείχε η Τζούλι Άντριους στην ταινία, η Όντρει Χέπμπορν ήταν τέλεια επιλογή». Η Τζούλι Άντριους είχε να ολοκληρώσει την ταινία «Μαίρη Πόππινς», που κυκλοφόρησε την ίδια χρονιά με το «Ωραία μου Κυρία». Η Χέπμπορν ηχογράφησε τραγούδια για το ρόλο, αλλά τελικά ανακάλυψε πως μια επαγγελματίας τραγουδίστρια, η Μάρνι Νίξον ντούμπλαρε όλα της τα τραγούδια. Έφυγε από το πλατό μόλις έμαθε τα νέα, αλλά επέστρεψε νωρίς το επόμενο πρωί για να απολογηθεί για τη συμπεριφορά της. Υλικό από τα αρχικά φωνητικά της Χέπμπορν υπάρχει μέχρι τις μέρες μας και συμπεριλήφθηκε σε ντοκιμαντέρ και στο DVD της ταινίας, αν και μέχρι σήμερα, μόνο τα φωνητικά της Νίξον κυκλοφόρησαν σε δίσκο και CD. Κάποια από τα αρχικά της φωνητικά διατηρήθηκαν στην ταινία, όπως το «Just You Wait» και κομμάτια από το «I Could Have Danced All Night». Όταν ρωτήθηκε για το ντουμπλάρισμα μιας ηθοποιού με τόσο χαρακτηριστικό τόνο στη φωνή, η Χέπμπορν σκυθρώπιασε και είπε: «Φαινόταν, έτσι δεν είναι; Και μετά ήταν ο Ρεξ, που ηχογράφησε όλα του τραγούδια ενώ έπαιζε... την επόμενη φορά». Μετά δάγκωσε τα χείλη για να μην συνεχίσει. Πέρα από το θέμα αυτό, πολλοί κριτικοί συμφώνησαν πως η ερμηνεία της ήταν εξαίσια.



Οι αντιγνωμίες γύρω από την επιλογή της Χέπμπορν στο καστ έφτασαν στο απόγειό τους στην απονομή των Βραβείων Όσκαρ για την σεζόν 1964-65, οπότε και η Χέπμπορν δεν έλαβε υποψηφιότητα καλύτερης ηθοποιού, ενώ η Άντριους ναι. Τα μίντια προσπάθησαν να προβάλλουν αυτή την αντιπαλότητα καθώς πλησίαζε η τελετή, παρόλο που και οι δύο γυναίκες αρνήθηκαν πως διατηρούσαν άσχημα αισθήματα η μία για την άλλη. Τελικά η Άντριους κέρδισε το βραβείο.
Η ταινία «Δύο για το Δρόμο» (Two for the Road) ήταν μια καινοτόμος ταινία με θέμα το διαζύγιο. Ο σκηνοθέτης Στάνλεϊ Ντόνεν είπε πως η Χέπμπορν ήταν περισσότερο ελεύθερη και χαρούμενη από κάθε άλλη φορά, και το απέδωσε στον Άλμπερτ Φίνεϊ[26]. Η ταινία «Περίμενε Μέχρι Να Νυχτώσει» (Wait Until Dark) ήταν δύσκολη ταινία. Ήταν μια ταινία τρόμου όπου η Χέπμπορν υποδυόταν μια τυφλή γυναίκα την οποία και τρομοκρατούσαν. Επιπροσθέτως, παραγωγός ήταν ο Μελ Φέρρερ και τα γυρίσματα έγιναν ενώ το ζευγάρι έπαιρνε διαζύγιο. Η Χέπμπορν λέγεται πως έχασε πολλά κιλά λόγω άγχους. Από την άλλη, βρήκε το συμπρωταγωνιστή της Ρίτσαρντ Κρένα πολύ αστείο, και γελούσε πολύ παρέα με το σκηνοθέτη Τέρενς Γιανγκ. Η ερμηνεία της προτάθηκε για Όσκαρ.


Από το 1967 και μετά, έπειτα από δεκαπέντε ιδιαίτερα επιτυχημένα χρόνια στον κινηματογράφο, η Χέπμπορν έπαιζε μόνο περιστασιακά. Μετά το διαζύγιό της από τον Φέρρερ παντρεύτηκε τον Ιταλό ψυχίατρο Δρ. Αντρέα Ντόττι και απέκτησε ένα δεύτερο γιο μετά από μια δύσκολη εγκυμοσύνη που απαίτησε σχεδόν συνεχή παραμονή στο κρεβάτι. Μετά το χωρισμό της με τον Ντόττι, αποπειράθηκε μια επιστροφή, συμπρωταγωνιστώντας με τον Σων Κόνερρυ στην ταινία εποχής «Το Ρόδο και το Βέλος» (Robin and Marian) το 1976, που είχε σχετική επιτυχία. Ειπώθηκε πως απέρριψε ένα ρόλο κομμένο και ραμμένο στα μέτρα της μιας πρώην μπαλαρίνας στην ταινία Η Κρίσιμη Καμπή (The Turning Point). Τελικά ο ρόλος δόθηκε στην Αν Μπάνκροφτ. Η Χέπμπορν επέστρεψε τελικά στο σινεμά το 1979, πρωταγωνιστώντας στο «Γραμμή Αίματος» (Bloodline) του Σίντνεϋ Σέλντον. Ο συγγραφέας διασκεύασε το μυθιστόρημά του όταν επρόκειτο να μεταφερθεί στον κινηματογράφο, κάνοντας το χαρακτήρα της μεγαλύτερο σε ηλικία για να ταιριάζει στη δική της. Η ταινία στέφθηκε με αποτυχία τόσο στο box office όσο και στις κριτικές.


Ο τελευταίος πρωταγωνιστικός ρόλος της Χέπμπορν σε κινηματογραφική ταινία ήταν με τον Μπεν Γκαζάρα στην κωμωδία «They All Laughed», σε σκηνοθεσία Πήτερ Μπογκντάνοβιτς. Η ταινία επισκιάστηκε από τη δολοφονία ενός από τα αστέρια που συμμετείχαν, της φίλης του Μπογκντάνοβιτς, Ντόροθυ Στράττεν. Κυκλοφόρησε μετά το θάνατο της τελευταίας μα σε περιορισμένες προβολές. Το 1987, εμφανίστηκε με τον Ρόμπερτ Βάγκνερ σε μια τηλεταινία, «Love Among Thieves» που δανειζόταν στοιχεία από παλαιότερες ταινίες της ηθοποιού. Η τηλεταινία ήταν μέτρια επιτυχημένη, ενώ η Χέπμπορν είπε πως συμμετείχε απλώς για την προσωπική της ευχαρίστηση.


Η τελευταία εμφάνιση της Χέπμπορν, ένα καμεό πέρασμα, ήταν ένας άγγελος στην ταινία του Στίβεν Σπίλμπεργκ «Always» το 1988. Τους τελευταίους μήνες της ζωής της, η Χέπμπορν ολοκλήρωσε δύο σχέδια: παρουσίασε ένα ντοκιμαντέρ με τίτλο «Gardens of the World with Audrey Hepburn», που έκανε πρεμιέρα στο κανάλι PBS τη μέρα του θανάτου της, και ηχογράφησε ένα άλμπουμ αφήγησης, το «Audrey Hepburn's Enchanted Tales», με αναγνώσεις κλασικών ιστοριών για παιδιά, με το οποίο κέρδισε μετά θάνατον το Βραβείο Γκράμι για το Καλύτερο Αφηγηματικό Άλμπουμ για Παιδιά.
Η ηθοποιός απέκτησε το δικό της αστέρι στη Λεωφόρο της Δόξας στο Χόλυγουντ, στην 1652 Vine Street.
 Η Όντρεϊ Χέπμπορν μέχρι τις μέρες μας παραμένει ένα πρότυπο ομορφιάς και στιλ. Συχνά την αποκαλούσαν μια από τις ομορφότερες γυναίκες όλων των εποχών. Ο τρόπος ντυσίματός της παραμένει δημοφιλής ανάμεσα στο γυναικείο πληθυσμό.[35] Αντίθετα με την εικόνα αυτή, και παρόλο που στη Χέπμπορν άρεσε η μόδα, δεν έδινε και τόση σημασία στο θέμα. Συχνά προτιμούσε απλό και άνετο ντύσιμο. Επίσης, ποτέ δεν θεώρησε τον εαυτό της ιδιαίτερα ελκυστικό. Σε μια συνέντευξη το 1959 είπε: «Μπορείς ακόμη και να πεις πως μισούσα τον εαυτό μου για κάποιες περιόδους. Ήμουν πολύ χοντρή, ή ίσως πολύ ψηλή, ή απλά πολύ άσχημη...»


Κέρδισε το 1953 το Όσκαρ πρώτου γυναικείου ρόλου για την ταινία «Διακοπές στη Ρώμη». Ήταν υποψήφια για το ίδιο βραβείο τέσσερις ακόμη φορές, για τις ταινίες «Γλυκειά μου Σαμπρίνα», «Η Ιστορία μιας Μοναχής», «Πρόγευμα στου Τίφαννυς» και «Περίμενε Μέχρι Να Νυχτώσει». Δεν έλαβε υποψηφιότητα για την ερμηνεία της ως Ελίζα Ντούλιτλ στο «Ωραία μου Κυρία», μια από τις πιο αναγνωρισμένες της ηθοποιού. Είναι από τους λίγους καλλιτέχνες που έχουν κερδίσει Έμμυ, Γκράμι, Όσκαρ και Βραβείο Τόνυ.

Ακόμη, η Χέπμπορν βραβεύτηκε με το Henrietta Award το 1955 για την παγκοσμίως αγαπημένη ηθοποιό, το Βραβείο Σεσίλ ΝτεΜιλ το 1990 και Βραβείο του Σωματείου Ηθοποιών Κινηματογράφου για τη συνολική προσφορά της το 1992. Η Χέπμπορν βραβεύτηκε μετά θάνατον με το Jean Hersholt Humanitarian Award το 1993.

Το Δεκέμβριο του 1992, ένα μήνα πριν το θάνατό της, η Χέπμπορν έλαβε το Προεδρικό Μετάλλιο της Ελευθερίας για το έργο της με τη UNICEF. Αυτό αποτελεί μία από τις δύο μεγαλύτερες τιμές που μπορεί να λάβει ένας πολίτης στις Ηνωμένες Πολιτείες
                                                               

                                        Φιλμογραφία






http://el.wikipedia.org