Στο λήμμα Γαλλική Πολυνησία οι τουριστικοί οδηγοί ομοφωνούν: ο
«επίγειος Παράδεισος», τα γαλάζια νερά, η οργιώδης βλάστηση, οι
κοκκοφοίνικες, τα τροπικά φρούτα είναι όλα εκεί.
Κυρίως όμως εξακολουθούν να βρίσκονται εκεί οι ίδιοι χαμογελαστοί άνθρωποι που είχαν εντυπωσιάσει τους ευρωπαίους ποντοπόρους πριν από δύο αιώνες...
Οταν ο Αντουάν ντε Μπουγκενβίλ, ο γάλλος λόγιος και ποντοπόρος, έφθασε ασθμαίνων μετά τους ατρόμητους Βρετανούς Γουόλις και Κουκ στην Ταϊτή εντυπωσιάστηκε σε τέτοιο βαθμό που την βάπτισε Νέα Κυθέρεια. Η Αφροδίτη, κατά τη δική του άποψη, θα πρέπει να είχε αναδυθεί από τη θάλασσα αυτού του νησιού και όχι των Κυθήρων, όπως υποστήριξε ο Ησίοδος. Σήμερα στην Ταϊτή η κληρονομιά του Μπουγκενβίλ είναι πανταχού παρούσα: στη χλωρίδα του νησιού οι βουκαμβίλιες κατέχουν ξεχωριστή θέση. Ο γάλλος εξερευνητής είχε πρωτοαντικρίσει το ευγενές φυτό σε ένα από τα ταξίδια του στη Νότιο Αμερική και το μετέφερε στα νησιά της Πολυνησίας δίνοντάς του το όνομά του.
Η Ταϊτή σήμερα δεν είναι ονειρώδης όπως την εποχή όπου ανακαλύφθηκε, τον 18ο αιώνα, σίγουρα όμως διατηρεί αρκετή από τη λάμψη της. Για τους Δυτικούς παραπέμπει σε φυσικές καλλονές, στον Γκογκέν και στην... ανταρσία του Μπάουντι. Η επίσκεψη στην Ταϊτή δεν καταρρίπτει τους μύθους: οι καλλονές θυμίζουν πράγματι γυναίκες του Γκογκέν και όσο για τον διάσημο ζωγράφο, οι επισκέπτες μπορούν να αναπλάσουν τη ζωή του περιδιαβάζοντας στις αλέες του ωραιότατου Μουσείου Γκογκέν, δίπλα στον βοτανικό κήπο, σε απόσταση 60 χιλιομέτρων από την πρωτεύουσα Παπέτε. Οσο για την ανταρσία του Μπάουντι οι Ταϊτινοί αναφέρονται συνήθως σε αυτήν που έγινε τη δεκαετία του... 1960, όταν ο Μάρλον Μπράντο γυρίζοντας την ομώνυμη ταινία ερωτεύθηκε το νησί, παντρεύτηκε μια από τις κατοίκους του και έγινε ο επίσημος πρεσβευτής της Πολυνησίας στον κόσμο.!
Ο διάσημος σταρ επέλεξε βεβαίως ως μια από τις κατοικίες του το ήρεμο Τετιαρόα σε απόσταση 40 χιλιομέτρων βορείως της Ταϊτής και όχι το πολύβουο Παπέτε, την πρωτεύουσα της Πολυνησίας. Το άλλοτε «καλάθι του νερού» είναι σήμερα η πόλη των 100.000 κατοίκων και των 50.000 αυτοκινήτων! Το τελευταίο πράγμα που περίμενα να συναντήσω εδώ ήταν κυκλοφοριακή συμφόρηση. Και όμως η μόδα έχει επιβάλει την οδήγηση κάθε είδους τροχοφόρου, αν και η προτίμηση των κατοίκων στα ευρωπαϊκά αυτοκίνητα και στα σκούτερ είναι εμφανής. Τα οχήματα που κινούνται λιγότερο στο Παπέτε είναι οι σταθμευμένες roulotteς, οι καντίνες στο λιμάνι που προσφέρουν πολυνησιακές σπεσιαλιτέ σε τιμές πιο προσιτές. Οι ιδιοκτήτες των κινητών εστιατορίων παινεύουν την ποιότητα του φαγητού: αγοράζουν, λένε, τα υλικά από την αγορά του Παπέτε, φημισμένη σε όλα τα νησιά για την ποικιλία και το χρώμα της. Η αγορά διαθέτει τα πάντα, από πολύχρωμα παρεό και τα αναπόφευκτα μπλουζάκια με λογότυπα του τύπου «Καλώς ήλθατε στον Παράδεισο» ως αστακούς και mahi mahi (αδύνατο να προσδιοριστεί η ονομασία του εν λόγω ψαριού στην ελληνική).
Περπατώντας κατά μήκος της παραλιακής λεωφόρου Πομάρε από το όνομα της μυθικής βασίλισσας της Ταϊτής που κυβέρνησε για 50 περίπου χρόνια τον περασμένο αιώνα την προσοχή μου τραβά ένα εξαιρετικό τροχοφόρο· ένα φορτηγό - λεωφορείο σαν αυτά που κυκλοφορούσαν στο Βιετνάμ, στις αμερικανικές ταινίες με θέμα τον συγκεκριμένο πόλεμο. Εδώ όμως οι επιβάτες είναι πιο προσηνείς από τους συνήθως τρομοκρατημένους Βιετναμέζους και με πληροφορούν ότι με το truck μπορώ να γυρίσω ένα κομμάτι του νησιού, αν βεβαίως το αντέχει η πλάτη μου. Η ζωή ανήκει στους τολμηρούς, σκέφτομαι, και ακολουθώ μια παρέα παιδιών που πηγαίνει στο Πουέν Βενίς (το Σημάδι της Αφροδίτης) για μπάνιο. Τα παιδιά δείχνουν ενθουσιασμένα και εγώ νομίζω ότι έχω βρεθεί ξαφνικά στη Σαντορίνη: δεν ήξερα ότι υπάρχουν και εδώ παραλίες με μαύρη άμμο. Απολύτως λογικό, ωστόσο, καθώς τα περισσότερα νησιά της Πολυνησίας είναι δημιούργημα ηφαιστειακών εκρήξεων. Χαζεύω τα παιδιά που κολυμπούν· κοινότοπο αλλά αληθές: εδώ, όπως και παντού, τόπος είναι οι άνθρωποι.
Τα διαφημιστικά σλόγκαν, άλλωστε, για τη Γαλλική Πολυνησία είναι απολύτως συντονισμένα: «Υπέροχοι άνθρωποι, υπέροχος τόπος». Δεν έχουν άδικο τα ταξιδιωτικά φυλλάδια. Το Καταμαράν έχει αφήσει πίσω του τη νησίδα Μάτε ακατοίκητη με εξαίρεση τους ανθρώπους που δουλεύουν στο μοναδικό αεροδρόμιο και διασχίζει τη διασημότερη λιμνοθάλασσα του κόσμου: του νησιού Μπόρα Μπόρα, συνώνυμου του επίγειου παραδείσου. Νερά πρασινογάλαζα, εντυπωσιακά διάφανα, βλάστηση οργιώδης που διακόπτεται από λωρίδες λευκής άμμου. Κτίσματα ελάχιστα οι περίφημες καλύβες πάνω στο νερό ανήκουν στα πολυτελή ξενοδοχεία και στις πιρόγες.
«Θέλετε να δείτε το γεύμα των καρχαριών;». «Ελπίζω πως δεν θα περιλαμβάνει εμένα», απαντώ χαριτωμένα στην animatrice (υπεύθυνη ψυχαγωγίας) του ξενοδοχείου, ενώ προσπαθώ να συγκαλύψω μια κάποια ανησυχία. Καρχαρίες έχω δει μόνο στα ντοκιμαντέρ του Κουστό. «Μη φοβάστε. Το τολμούν ως και οι Αμερικανοί».
Στη στενόμακρη πιρόγα χωρούν όλοι και όλοι δέκα άνθρωποι. Μας προμηθεύουν με σωσίβια και γαλάζιες πετσέτες. Μας περιποιούνται, σκέφτομαι, αλλά πώς μπορείς να είσαι βέβαιος. Ευχάριστη βαρκάδα. Στο σημείο όπου συναντώνται τα συμπαθή σαρκοβόρα ο βαρκάρης - οδηγός σταματά. «Θα με περιμένετε εδώ, σε πέντε λεπτά», λέει σε σπαστά γαλλικά και αγγλικά, καλύπτοντας το φάσμα των τουριστικών γλωσσών, και χάνεται στο νερό.
Ξεπροβάλλει επτά λεπτά αργότερα η μεσήλιξ Γαλλίδα τον χρονομέτρησε, λες και σε περίπτωση ατυχήματος θα ήξερε κάποιος από μας τι να κάνει χαμογελαστός: «Ναι είναι εδώ», λέει υπερήφανος. Απλώνει ένα σκοινί γύρω από το μικρό σκάφος και αρπάζει έναν κάδο με ωμό κρέας. «Οσοι από εσάς ξέρουν κολύμπι μπορούν να βουτήξουν με τις μάσκεςκαι τους αναπνευστήρες. Προσοχή, δεν θα απομακρυνθείτε από το σκοινί». Την τελευταία του λέξη ακολουθεί ένα τίναγμα του χεριού. Ταΐζει τα ψαράκια χωρίς ίχνος ανησυχίας. Δεν πρόκειται να δαγκώσουν κανέναν. Οταν πεινούν δεν βλέπουν τίποτε για την ακρίβεια δεν μυρίζουν τίποτε παρά μόνο φαγητό. Δεν αποτόλμησα να ρωτήσω τι συμβαίνει όταν δεν υπάρχει φαγητό. Στην ακτή ένιωσα κατάτι πιο ασφαλής. Η «καλύβα» μου πάνω στο νερό είναι σαφώς πιο θελκτική. Και επιπλέον έχει Θέα στον Ειρηνικό.
Συνειδητοποιώ ότι είναι ακόμη εννέα το πρωί και ότι έχω ξυπνήσει ώρες πριν. Οι ημέρες είναι πράγματι ατελείωτες. Δεν μπορώ να επικαλεστώ το μακρύ ταξίδι από την Αθήνα ως το Παπέτε. Εχω πια ξεκουραστεί από τις πολλές 26 ώρες πτήσης και έχω αντιπαρέλθει την κόπωση από τη διαφορά της ώρας. Και όμως ξυπνώ τα χαράματα. Οπως όλοι άλλωστε. Το πρώτο βράδυ μου στο Μπόρα Μπόρα, όπως υπαγορεύουν τα γνήσια μεσογειακά έθιμα, αναζήτησα τροφή στις δέκα το βράδυ. Δείπνησα, τελικώς, σπαρτιατικά με δύο φέτες ανανά και μάνγκο. Αλλοι τόποι, άλλες συνήθειες. Τα εστιατόρια εδώ κλείνουν στις εννέα.
Αποφασίζω να κάνω τον γύρο του νησιού. Τα 32 χιλιόμετρα η περίμετρος του Μπόρα Μπόρα καλύπτονται άνετα με ποδήλατο σε τέσσερις ώρες. Δύσκολο να χαθεί κανείς· στο νησί ο μοναδικός δρόμος πηγαίνει κατά μήκος της ακτής. Πανύψηλοι κοκκοφοίνικες με κορμούς που βυθίζονται σχεδόν στο νερό και πρασινόμαυρα, απότομα βουνά που οι κορφές τους χάνονται στην ομίχλη. Στη διαδρομή δεν συναντώ ψυχή. Τα σπίτια απλές κατασκευές από τσίγκο , κρυμμένα τα περισσότερα πίσω από συστάδες δέντρων, είναι θεόκλειστα.
Ενα χαμογελαστό κοριτσάκι μού λύνει την απορία: «Είναι Κυριακή σήμερα, κυρία. Είναιόλοι στην εκκλησία». Η μικρή έχει δίκιο. Η Κυριακή είναι όμως, όπως διαπιστώνω, και η μέρα των παπουτσιών. Η θεία Λειτουργία έχει μόλις τελειώσει και οι πιστοί βγαίνουν στο προαύλιο της αυστηρής προτεσταντικής εκκλησίας του Βαϊατάπε, του μοναδικού οικισμού του νησιού, καμαρώνοντας τα λευκά τους δερμάτινα παπούτσια.
Οι Πολυνήσιοι εκδηλώνουν τον σεβασμό τους προς τον Κύριο, που τους γνώρισαν οι Ευρωπαίοι η Ιεραποστολική Εταιρεία του Λονδίνου, τον περασμένο αιώνα, επέδειξε ιδιαίτερο ζήλο φορώντας παπούτσια. Τους άλλους, τους δικούς τους θεούς, τους λατρεύουν ξυπόλυτοι, τους σέβονται όμως εξίσου. Ο τόπος εξάλλου είναι γεμάτος marae ερείπια αρχαίων πολυνησιακών ναών χτισμένων από πωρόλιθο. «Πιστεύουν ακόμη σταπνεύματα των θεών που κοιμούνται στα marae», λέει ο Μαρκ Εντοους, νεοζηλανδός αρχαιολόγος του Μουσείου της Ταϊτής και των νήσων. «Αλίμονό μας αν τα ξυπνήσουμε.Μπορούν να θυμώσουν πολύ». Η νέα νομοθεσία στη Γαλλική Πολυνησία επιδεικνύει ιδιαίτερη ευαισθησία στην προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς αλλά και του φυσικού περιβάλλοντος. Οι άδειες για τη λειτουργία των ξενοδοχείων δίνονται πλέον μόνο στην περίπτωση όπου στους συγκεκριμένους χώρους δεν υπάρχουν αρχαιολογικά μνημεία.
Marae όμως και μάλιστα από τα πλέον εντυπωσιακά υπάρχουν στη «νήσο της κίτρινης σαύρας». Η νήσος Μοορέα σε απόσταση αναπνοής 17 χιλιόμετρα από την Ταϊτή υπερηφανεύεται για τον αρχαιολογικό της πλούτο και για τις φυσικές ομορφιές της. Οι τουριστικοί οδηγοί επισημαίνουν ότι ορισμένες από τις ωραιότερες παραλίες, αρχής γενομένης από την παραλία Τεμάε, βρίσκονται εδώ. Οι οδηγοί δεν σφάλλουν· υπέροχες οι παραλίες και ζεστά τα νερά του Ειρηνικού. Απαραίτητα, πάντως, στο κολύμπι τα πλαστικά παπούτσια του νερού, αυτά της παιδικής μας ηλικίας. Τα κοράλλια κρυμμένα κάτω από την άμμο του βυθού δεν αστειεύονται).
«Η Μοορέα είναι διαφορετική. Είναι το πιο όμορφο νησί των Σοσιετέ και το πιο ήσυχο. Εδώακούτε την ηρεμία», με ενημερώνει η Μάτε, η οδηγός του ταξί που εκτελεί και χρέη ξεναγού, ενώ βρισκόμαστε στο βασιλικό marae στην Κοιλάδα Οπουνόχου. Ο ναός, ό,τι έχει απομείνει από αυτόν, έχει χορταριάσει· υπάρχει βεβαίως η γραφική αναπαράστασή του σε μια παράπλευρη πινακίδα για όσους επιθυμούν να αναπλάσουν με τη φαντασία τους τον μεγαλύτερο πολυνησιακό οικισμό στον Ειρηνικό Ωκεανό πριν από την άφιξη των Ευρωπαίων. «Στο βασιλικό marae παίρνονταν όλες οι σπουδαίες αποφάσεις και ότανκρινόταν απαραίτητο γίνονταν και ανθρωποθυσίες», διευκρινίζει η Μάτε. Οπως οι περισσότεροι Πολυνήσιοι, είναι απολύτως εξοικειωμένη με το κομμάτι αυτό του πολιτισμού της χώρας της και στα επιτιμητικά βλέμματα ορισμένων τουριστών απαντά χαμογελώντας ότι σε όλες τις θρησκείες συναντά κανείς αντίστοιχες συνήθειες. «Μήπωςο Αβραάμ δεν ήταν έτοιμος να θυσιάσει το τέκνο του;».
Παρά την τρομακτική ανάπτυξη του τουρισμού, η Μοορέα διατηρεί αρκετή από την ήρεμη αίγλη της. Ο όρμος του Κουκ δεν μοιάζει να έχει αλλάξει δραματικά από το 1777, όταν ο βρετανός θαλασσοπόρος, στο τρίτο ταξίδι του στον Ειρηνικό, έφθασε εδώ. Για την αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας, ο Κάπτεν Κουκ δεν αγκυροβόλησε σε αυτόν τον όρμο αλλά στον όρμο Οπουνόχου· τι σημασία έχει όμως. Αυτό που ενδιαφέρει περισσότερο είναι ότι τα λιγοστά κτίσματα στον όρμο του Κουκ είναι τόσο καλά κρυμμένα που δίνουν την αίσθηση του ακατοίκητου. Αίσθηση που γίνεται ακόμη πιο έντονη από την απουσία ηλεκτρικών συρμάτων. Η ηλεκτροδότηση του νησιού γίνεται διά της υπογείας οδού και οι κάτοικοι είναι ιδιαιτέρως περήφανοι για αυτό.
Από τα θετικά της αποικιοκρατίας, μαζί με τις κομψές επαύλεις και τις φυτείες της βανίλιας. Για 100 περίπου χρόνια, από το 1860 ως το 1960, η βανίλια στήριζε την οικονομία του νησιού. Ωραιότατη και πανάκριβη, ήταν το κύριο εξαγώγιμο προϊόν ως την άφιξη των ζιζανίων. Το πολύτιμο φυτό εξαλείφθηκε ως είδος και σήμερα τη θέση του κατέχει ο ανανάς. Ανανάδες πραγματικοί, εύγευστοι, που δεν φθάνουν συνήθως στην Ευρώπη και που το χρώμα τους δεν περιορίζεται στο ωχρό κίτρινο. Τα χρώματα στην Πολυνησία στα φρούτα, στα λουλούδια ή και στα ρούχα των ανθρώπων είναι απολύτως μπαρόκ. Το τροπικό φως εδώ δεν φθίνει ποτέ, ούτε ακόμη και στο ηλιοβασίλεμα. Χάνεται απλώς.
Η ιδέα του να διασχίσετε δύο ωκεανούς προκειμένου να φθάσετε στην Ταϊτή δεν θα πρέπει να σας τρομάζει. Ξεκινάτε με την Ολυμπιακή για το Λονδίνο (διάρκεια πτήσης 3 ώρες και 40 λεπτά). Από εκεί μπορείτε να αφεθείτε στις φροντίδες της Air New Zealand. Η αεροπορική εταιρεία της Νέας Ζηλανδίας δικαιώνει τη φήμη που έχει ως το «καμάρι του Ειρηνικού»: σε ένα ταξίδι από το Λονδίνο ως το Παπέτε μέσω Λος Αντζελες που διαρκεί συνολικά 20 ώρες η εξυπηρέτησή σας είναι άψογη, είτε ταξιδεύετε στην business class είτε στην οικονομική θέση.
Η Air New Zealand πετά από Λονδίνο για Παπέτε μέσω Λος Αντζελες κάθε Παρασκευή και Κυριακή. Μια εβδομάδα στην Ταϊτή με παραμονή δύο ημερών στο Λος Αντζελες συμπεριλαμβανομένων και των αεροπορικών εισιτηρίων στοιχίζει από 567.000 δραχμές αρχική μέση τιμή. Πληροφορίες στην Intermodal, (Φιλελλήνων 25, τηλ. 3239000), η οποία εκπροσωπεί στην Ελλάδα την εθνική αεροπορική εταιρεία της Νέας Ζηλανδίας.
Πηγή: http://www.tovima.gr/
Κυρίως όμως εξακολουθούν να βρίσκονται εκεί οι ίδιοι χαμογελαστοί άνθρωποι που είχαν εντυπωσιάσει τους ευρωπαίους ποντοπόρους πριν από δύο αιώνες...
Οταν ο Αντουάν ντε Μπουγκενβίλ, ο γάλλος λόγιος και ποντοπόρος, έφθασε ασθμαίνων μετά τους ατρόμητους Βρετανούς Γουόλις και Κουκ στην Ταϊτή εντυπωσιάστηκε σε τέτοιο βαθμό που την βάπτισε Νέα Κυθέρεια. Η Αφροδίτη, κατά τη δική του άποψη, θα πρέπει να είχε αναδυθεί από τη θάλασσα αυτού του νησιού και όχι των Κυθήρων, όπως υποστήριξε ο Ησίοδος. Σήμερα στην Ταϊτή η κληρονομιά του Μπουγκενβίλ είναι πανταχού παρούσα: στη χλωρίδα του νησιού οι βουκαμβίλιες κατέχουν ξεχωριστή θέση. Ο γάλλος εξερευνητής είχε πρωτοαντικρίσει το ευγενές φυτό σε ένα από τα ταξίδια του στη Νότιο Αμερική και το μετέφερε στα νησιά της Πολυνησίας δίνοντάς του το όνομά του.
Η Ταϊτή σήμερα δεν είναι ονειρώδης όπως την εποχή όπου ανακαλύφθηκε, τον 18ο αιώνα, σίγουρα όμως διατηρεί αρκετή από τη λάμψη της. Για τους Δυτικούς παραπέμπει σε φυσικές καλλονές, στον Γκογκέν και στην... ανταρσία του Μπάουντι. Η επίσκεψη στην Ταϊτή δεν καταρρίπτει τους μύθους: οι καλλονές θυμίζουν πράγματι γυναίκες του Γκογκέν και όσο για τον διάσημο ζωγράφο, οι επισκέπτες μπορούν να αναπλάσουν τη ζωή του περιδιαβάζοντας στις αλέες του ωραιότατου Μουσείου Γκογκέν, δίπλα στον βοτανικό κήπο, σε απόσταση 60 χιλιομέτρων από την πρωτεύουσα Παπέτε. Οσο για την ανταρσία του Μπάουντι οι Ταϊτινοί αναφέρονται συνήθως σε αυτήν που έγινε τη δεκαετία του... 1960, όταν ο Μάρλον Μπράντο γυρίζοντας την ομώνυμη ταινία ερωτεύθηκε το νησί, παντρεύτηκε μια από τις κατοίκους του και έγινε ο επίσημος πρεσβευτής της Πολυνησίας στον κόσμο.!
Ο διάσημος σταρ επέλεξε βεβαίως ως μια από τις κατοικίες του το ήρεμο Τετιαρόα σε απόσταση 40 χιλιομέτρων βορείως της Ταϊτής και όχι το πολύβουο Παπέτε, την πρωτεύουσα της Πολυνησίας. Το άλλοτε «καλάθι του νερού» είναι σήμερα η πόλη των 100.000 κατοίκων και των 50.000 αυτοκινήτων! Το τελευταίο πράγμα που περίμενα να συναντήσω εδώ ήταν κυκλοφοριακή συμφόρηση. Και όμως η μόδα έχει επιβάλει την οδήγηση κάθε είδους τροχοφόρου, αν και η προτίμηση των κατοίκων στα ευρωπαϊκά αυτοκίνητα και στα σκούτερ είναι εμφανής. Τα οχήματα που κινούνται λιγότερο στο Παπέτε είναι οι σταθμευμένες roulotteς, οι καντίνες στο λιμάνι που προσφέρουν πολυνησιακές σπεσιαλιτέ σε τιμές πιο προσιτές. Οι ιδιοκτήτες των κινητών εστιατορίων παινεύουν την ποιότητα του φαγητού: αγοράζουν, λένε, τα υλικά από την αγορά του Παπέτε, φημισμένη σε όλα τα νησιά για την ποικιλία και το χρώμα της. Η αγορά διαθέτει τα πάντα, από πολύχρωμα παρεό και τα αναπόφευκτα μπλουζάκια με λογότυπα του τύπου «Καλώς ήλθατε στον Παράδεισο» ως αστακούς και mahi mahi (αδύνατο να προσδιοριστεί η ονομασία του εν λόγω ψαριού στην ελληνική).
Περπατώντας κατά μήκος της παραλιακής λεωφόρου Πομάρε από το όνομα της μυθικής βασίλισσας της Ταϊτής που κυβέρνησε για 50 περίπου χρόνια τον περασμένο αιώνα την προσοχή μου τραβά ένα εξαιρετικό τροχοφόρο· ένα φορτηγό - λεωφορείο σαν αυτά που κυκλοφορούσαν στο Βιετνάμ, στις αμερικανικές ταινίες με θέμα τον συγκεκριμένο πόλεμο. Εδώ όμως οι επιβάτες είναι πιο προσηνείς από τους συνήθως τρομοκρατημένους Βιετναμέζους και με πληροφορούν ότι με το truck μπορώ να γυρίσω ένα κομμάτι του νησιού, αν βεβαίως το αντέχει η πλάτη μου. Η ζωή ανήκει στους τολμηρούς, σκέφτομαι, και ακολουθώ μια παρέα παιδιών που πηγαίνει στο Πουέν Βενίς (το Σημάδι της Αφροδίτης) για μπάνιο. Τα παιδιά δείχνουν ενθουσιασμένα και εγώ νομίζω ότι έχω βρεθεί ξαφνικά στη Σαντορίνη: δεν ήξερα ότι υπάρχουν και εδώ παραλίες με μαύρη άμμο. Απολύτως λογικό, ωστόσο, καθώς τα περισσότερα νησιά της Πολυνησίας είναι δημιούργημα ηφαιστειακών εκρήξεων. Χαζεύω τα παιδιά που κολυμπούν· κοινότοπο αλλά αληθές: εδώ, όπως και παντού, τόπος είναι οι άνθρωποι.
Τα διαφημιστικά σλόγκαν, άλλωστε, για τη Γαλλική Πολυνησία είναι απολύτως συντονισμένα: «Υπέροχοι άνθρωποι, υπέροχος τόπος». Δεν έχουν άδικο τα ταξιδιωτικά φυλλάδια. Το Καταμαράν έχει αφήσει πίσω του τη νησίδα Μάτε ακατοίκητη με εξαίρεση τους ανθρώπους που δουλεύουν στο μοναδικό αεροδρόμιο και διασχίζει τη διασημότερη λιμνοθάλασσα του κόσμου: του νησιού Μπόρα Μπόρα, συνώνυμου του επίγειου παραδείσου. Νερά πρασινογάλαζα, εντυπωσιακά διάφανα, βλάστηση οργιώδης που διακόπτεται από λωρίδες λευκής άμμου. Κτίσματα ελάχιστα οι περίφημες καλύβες πάνω στο νερό ανήκουν στα πολυτελή ξενοδοχεία και στις πιρόγες.
«Θέλετε να δείτε το γεύμα των καρχαριών;». «Ελπίζω πως δεν θα περιλαμβάνει εμένα», απαντώ χαριτωμένα στην animatrice (υπεύθυνη ψυχαγωγίας) του ξενοδοχείου, ενώ προσπαθώ να συγκαλύψω μια κάποια ανησυχία. Καρχαρίες έχω δει μόνο στα ντοκιμαντέρ του Κουστό. «Μη φοβάστε. Το τολμούν ως και οι Αμερικανοί».
Στη στενόμακρη πιρόγα χωρούν όλοι και όλοι δέκα άνθρωποι. Μας προμηθεύουν με σωσίβια και γαλάζιες πετσέτες. Μας περιποιούνται, σκέφτομαι, αλλά πώς μπορείς να είσαι βέβαιος. Ευχάριστη βαρκάδα. Στο σημείο όπου συναντώνται τα συμπαθή σαρκοβόρα ο βαρκάρης - οδηγός σταματά. «Θα με περιμένετε εδώ, σε πέντε λεπτά», λέει σε σπαστά γαλλικά και αγγλικά, καλύπτοντας το φάσμα των τουριστικών γλωσσών, και χάνεται στο νερό.
Ξεπροβάλλει επτά λεπτά αργότερα η μεσήλιξ Γαλλίδα τον χρονομέτρησε, λες και σε περίπτωση ατυχήματος θα ήξερε κάποιος από μας τι να κάνει χαμογελαστός: «Ναι είναι εδώ», λέει υπερήφανος. Απλώνει ένα σκοινί γύρω από το μικρό σκάφος και αρπάζει έναν κάδο με ωμό κρέας. «Οσοι από εσάς ξέρουν κολύμπι μπορούν να βουτήξουν με τις μάσκεςκαι τους αναπνευστήρες. Προσοχή, δεν θα απομακρυνθείτε από το σκοινί». Την τελευταία του λέξη ακολουθεί ένα τίναγμα του χεριού. Ταΐζει τα ψαράκια χωρίς ίχνος ανησυχίας. Δεν πρόκειται να δαγκώσουν κανέναν. Οταν πεινούν δεν βλέπουν τίποτε για την ακρίβεια δεν μυρίζουν τίποτε παρά μόνο φαγητό. Δεν αποτόλμησα να ρωτήσω τι συμβαίνει όταν δεν υπάρχει φαγητό. Στην ακτή ένιωσα κατάτι πιο ασφαλής. Η «καλύβα» μου πάνω στο νερό είναι σαφώς πιο θελκτική. Και επιπλέον έχει Θέα στον Ειρηνικό.
Συνειδητοποιώ ότι είναι ακόμη εννέα το πρωί και ότι έχω ξυπνήσει ώρες πριν. Οι ημέρες είναι πράγματι ατελείωτες. Δεν μπορώ να επικαλεστώ το μακρύ ταξίδι από την Αθήνα ως το Παπέτε. Εχω πια ξεκουραστεί από τις πολλές 26 ώρες πτήσης και έχω αντιπαρέλθει την κόπωση από τη διαφορά της ώρας. Και όμως ξυπνώ τα χαράματα. Οπως όλοι άλλωστε. Το πρώτο βράδυ μου στο Μπόρα Μπόρα, όπως υπαγορεύουν τα γνήσια μεσογειακά έθιμα, αναζήτησα τροφή στις δέκα το βράδυ. Δείπνησα, τελικώς, σπαρτιατικά με δύο φέτες ανανά και μάνγκο. Αλλοι τόποι, άλλες συνήθειες. Τα εστιατόρια εδώ κλείνουν στις εννέα.
Αποφασίζω να κάνω τον γύρο του νησιού. Τα 32 χιλιόμετρα η περίμετρος του Μπόρα Μπόρα καλύπτονται άνετα με ποδήλατο σε τέσσερις ώρες. Δύσκολο να χαθεί κανείς· στο νησί ο μοναδικός δρόμος πηγαίνει κατά μήκος της ακτής. Πανύψηλοι κοκκοφοίνικες με κορμούς που βυθίζονται σχεδόν στο νερό και πρασινόμαυρα, απότομα βουνά που οι κορφές τους χάνονται στην ομίχλη. Στη διαδρομή δεν συναντώ ψυχή. Τα σπίτια απλές κατασκευές από τσίγκο , κρυμμένα τα περισσότερα πίσω από συστάδες δέντρων, είναι θεόκλειστα.
Ενα χαμογελαστό κοριτσάκι μού λύνει την απορία: «Είναι Κυριακή σήμερα, κυρία. Είναιόλοι στην εκκλησία». Η μικρή έχει δίκιο. Η Κυριακή είναι όμως, όπως διαπιστώνω, και η μέρα των παπουτσιών. Η θεία Λειτουργία έχει μόλις τελειώσει και οι πιστοί βγαίνουν στο προαύλιο της αυστηρής προτεσταντικής εκκλησίας του Βαϊατάπε, του μοναδικού οικισμού του νησιού, καμαρώνοντας τα λευκά τους δερμάτινα παπούτσια.
Οι Πολυνήσιοι εκδηλώνουν τον σεβασμό τους προς τον Κύριο, που τους γνώρισαν οι Ευρωπαίοι η Ιεραποστολική Εταιρεία του Λονδίνου, τον περασμένο αιώνα, επέδειξε ιδιαίτερο ζήλο φορώντας παπούτσια. Τους άλλους, τους δικούς τους θεούς, τους λατρεύουν ξυπόλυτοι, τους σέβονται όμως εξίσου. Ο τόπος εξάλλου είναι γεμάτος marae ερείπια αρχαίων πολυνησιακών ναών χτισμένων από πωρόλιθο. «Πιστεύουν ακόμη σταπνεύματα των θεών που κοιμούνται στα marae», λέει ο Μαρκ Εντοους, νεοζηλανδός αρχαιολόγος του Μουσείου της Ταϊτής και των νήσων. «Αλίμονό μας αν τα ξυπνήσουμε.Μπορούν να θυμώσουν πολύ». Η νέα νομοθεσία στη Γαλλική Πολυνησία επιδεικνύει ιδιαίτερη ευαισθησία στην προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς αλλά και του φυσικού περιβάλλοντος. Οι άδειες για τη λειτουργία των ξενοδοχείων δίνονται πλέον μόνο στην περίπτωση όπου στους συγκεκριμένους χώρους δεν υπάρχουν αρχαιολογικά μνημεία.
Marae όμως και μάλιστα από τα πλέον εντυπωσιακά υπάρχουν στη «νήσο της κίτρινης σαύρας». Η νήσος Μοορέα σε απόσταση αναπνοής 17 χιλιόμετρα από την Ταϊτή υπερηφανεύεται για τον αρχαιολογικό της πλούτο και για τις φυσικές ομορφιές της. Οι τουριστικοί οδηγοί επισημαίνουν ότι ορισμένες από τις ωραιότερες παραλίες, αρχής γενομένης από την παραλία Τεμάε, βρίσκονται εδώ. Οι οδηγοί δεν σφάλλουν· υπέροχες οι παραλίες και ζεστά τα νερά του Ειρηνικού. Απαραίτητα, πάντως, στο κολύμπι τα πλαστικά παπούτσια του νερού, αυτά της παιδικής μας ηλικίας. Τα κοράλλια κρυμμένα κάτω από την άμμο του βυθού δεν αστειεύονται).
«Η Μοορέα είναι διαφορετική. Είναι το πιο όμορφο νησί των Σοσιετέ και το πιο ήσυχο. Εδώακούτε την ηρεμία», με ενημερώνει η Μάτε, η οδηγός του ταξί που εκτελεί και χρέη ξεναγού, ενώ βρισκόμαστε στο βασιλικό marae στην Κοιλάδα Οπουνόχου. Ο ναός, ό,τι έχει απομείνει από αυτόν, έχει χορταριάσει· υπάρχει βεβαίως η γραφική αναπαράστασή του σε μια παράπλευρη πινακίδα για όσους επιθυμούν να αναπλάσουν με τη φαντασία τους τον μεγαλύτερο πολυνησιακό οικισμό στον Ειρηνικό Ωκεανό πριν από την άφιξη των Ευρωπαίων. «Στο βασιλικό marae παίρνονταν όλες οι σπουδαίες αποφάσεις και ότανκρινόταν απαραίτητο γίνονταν και ανθρωποθυσίες», διευκρινίζει η Μάτε. Οπως οι περισσότεροι Πολυνήσιοι, είναι απολύτως εξοικειωμένη με το κομμάτι αυτό του πολιτισμού της χώρας της και στα επιτιμητικά βλέμματα ορισμένων τουριστών απαντά χαμογελώντας ότι σε όλες τις θρησκείες συναντά κανείς αντίστοιχες συνήθειες. «Μήπωςο Αβραάμ δεν ήταν έτοιμος να θυσιάσει το τέκνο του;».
Παρά την τρομακτική ανάπτυξη του τουρισμού, η Μοορέα διατηρεί αρκετή από την ήρεμη αίγλη της. Ο όρμος του Κουκ δεν μοιάζει να έχει αλλάξει δραματικά από το 1777, όταν ο βρετανός θαλασσοπόρος, στο τρίτο ταξίδι του στον Ειρηνικό, έφθασε εδώ. Για την αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας, ο Κάπτεν Κουκ δεν αγκυροβόλησε σε αυτόν τον όρμο αλλά στον όρμο Οπουνόχου· τι σημασία έχει όμως. Αυτό που ενδιαφέρει περισσότερο είναι ότι τα λιγοστά κτίσματα στον όρμο του Κουκ είναι τόσο καλά κρυμμένα που δίνουν την αίσθηση του ακατοίκητου. Αίσθηση που γίνεται ακόμη πιο έντονη από την απουσία ηλεκτρικών συρμάτων. Η ηλεκτροδότηση του νησιού γίνεται διά της υπογείας οδού και οι κάτοικοι είναι ιδιαιτέρως περήφανοι για αυτό.
Από τα θετικά της αποικιοκρατίας, μαζί με τις κομψές επαύλεις και τις φυτείες της βανίλιας. Για 100 περίπου χρόνια, από το 1860 ως το 1960, η βανίλια στήριζε την οικονομία του νησιού. Ωραιότατη και πανάκριβη, ήταν το κύριο εξαγώγιμο προϊόν ως την άφιξη των ζιζανίων. Το πολύτιμο φυτό εξαλείφθηκε ως είδος και σήμερα τη θέση του κατέχει ο ανανάς. Ανανάδες πραγματικοί, εύγευστοι, που δεν φθάνουν συνήθως στην Ευρώπη και που το χρώμα τους δεν περιορίζεται στο ωχρό κίτρινο. Τα χρώματα στην Πολυνησία στα φρούτα, στα λουλούδια ή και στα ρούχα των ανθρώπων είναι απολύτως μπαρόκ. Το τροπικό φως εδώ δεν φθίνει ποτέ, ούτε ακόμη και στο ηλιοβασίλεμα. Χάνεται απλώς.
Η ιδέα του να διασχίσετε δύο ωκεανούς προκειμένου να φθάσετε στην Ταϊτή δεν θα πρέπει να σας τρομάζει. Ξεκινάτε με την Ολυμπιακή για το Λονδίνο (διάρκεια πτήσης 3 ώρες και 40 λεπτά). Από εκεί μπορείτε να αφεθείτε στις φροντίδες της Air New Zealand. Η αεροπορική εταιρεία της Νέας Ζηλανδίας δικαιώνει τη φήμη που έχει ως το «καμάρι του Ειρηνικού»: σε ένα ταξίδι από το Λονδίνο ως το Παπέτε μέσω Λος Αντζελες που διαρκεί συνολικά 20 ώρες η εξυπηρέτησή σας είναι άψογη, είτε ταξιδεύετε στην business class είτε στην οικονομική θέση.
Η Air New Zealand πετά από Λονδίνο για Παπέτε μέσω Λος Αντζελες κάθε Παρασκευή και Κυριακή. Μια εβδομάδα στην Ταϊτή με παραμονή δύο ημερών στο Λος Αντζελες συμπεριλαμβανομένων και των αεροπορικών εισιτηρίων στοιχίζει από 567.000 δραχμές αρχική μέση τιμή. Πληροφορίες στην Intermodal, (Φιλελλήνων 25, τηλ. 3239000), η οποία εκπροσωπεί στην Ελλάδα την εθνική αεροπορική εταιρεία της Νέας Ζηλανδίας.
Πηγή: http://www.tovima.gr/